Aσφυκτικό εισοδηματικό κλοίο για τα νοικοκυριά στη χώρα μας, αποτυπώνει η Ετήσια Έκθεση της ΓΣΕΕ για την πορεία της εθνικής οικονομίας.
Ακρίβεια, έμμεσοι και άμεσο φόροι, συμπίεση μισθών, ανεργία και ευέλικτη απασχόληση συνθέτουν το μωσαϊκό των κοινωνικών ανισοτήτων, ενώ οι επιστημονικοί συνεργάτες της Συνομοσπονδίας Εργατών κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι η πολύ πιθανή άρση της ρήτρας διαφυγής από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης στο τέλος του
τρέχοντος έτους σε συνδυασμό με την άρση των έκτακτων μέτρων επιδότησης της ενέργειας που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενδέχεται να έχει σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κόστος, αν οι εγχώριες τιμές δεν επανέλθουν στα επίπεδα του 2019.
Πληθωριστικό σοκ
Οι συντάκτες της έκθεσης προτάσσουν ως σχήμα οξύμωρο το γεγονός ότι το “πληθωριστικό σοκ” -όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά- ενώ συμπιέζει το εισόδημα των πολιτών, έχει θετική επίδραση στα έσοδα του Δημοσίου, κυρίως από έμμεσους φόρους. Γεγονός, το οποίο αποτυπώνεται και στην υπεραπόδοση που εμφάνισαν πέρυσι ορισμένες βασικές κατηγορίες φόρων αυτού του είδους, οι οποίες σχετίζονται με την ιδιωτική κατανάλωση.
Το 2022 η Ελλάδα εμφάνισε την δεύτερη υψηλότερο απόδοση έμμεσων φόρων σε σχέση με την άμεση φορολόγηση
στην Ευρωζώνη, αποτελώντας, μαζι με το Λουξεμβούργο, τα μόνα κράτη – μέλη στα οποία το συγκεκριμένος δείκτης αυξήθηκε έναντι του 2019.
Παρά την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στην Ελλάδα είναι το μόνο ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ που βρίσκεται περίπου στο ίδιο επίπεδο με το 2009, όταν σε όλα τα άλλα κράτη-μέλη παρατηρείται σημαντική άνοδος .Το 2009 η Ελλάδα διατηρούσε τη 14η θέση στην κατάταξη των κρατών-μελών, ενώ το 2022 είναι προτελευταία. μεταξύ των 27.
Ταυτόχρονα, οι αποταμιεύσεις από το 2022 πέρασαν ξανά σε αρνητικό έδαφος, καθώς η πραγματική κατανάλωση ξεπέρασε το διαθέσιμο εισόδημα, παρ’ ότι η αύξησή της εμφανίζει σημάδια κόπωσης λόγω της συνεχιζόμενης απώλειας της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών.
Το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατά το δ΄ τρίμηνο του 2022 υστερούσε κατά 131 εκατ. ευρώ σε σχέση με το α΄ τρίμηνο του ίδιου έτους.
Ανεργία και φτώχεια
Στην Ελλάδα καταγράφεται το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη., το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης στους νέους ηλικίας κάτω των 25 ετών και το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης τόσο στις ηλικίες 20-64 ετών όσο και στις γυναίκες, μεταξύ των κρατών -μελών της ΕΕ-27.
Παράλληλα, τα ποσοστά των εργαζομένων με μερική απασχόληση με ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το όριο της σχετικής φτώχειας ήταν διπλάσια από τα αντίστοιχα ποσοστά των απασχολουμένων με πλήρη εργασία.\
Το 2021 σχεδόν το 1/5 (19,6%) των ατο μων στην χώρα μας ζούσε με διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το όριο της σχετικής φτώχειας, ενω το 2022 το ποσοστο μειώθηκε λιγότερο απο μια ποσοστιαία μονάδα (18,8%).
Το ποσοστό των πολιτών σε κίνδυνο φτώχειας στην ΕΕ-27 ήταν 16,8% και 16,5% αντι στοιχα.
Το 2021-2022 πολύ μεγάλη δυσκολία να αντεπεξέλθει στις δαπάνες για την κάλυψη βασικών αναγκών αντιμετώπισε το
36% των νοικοκυριών χωρίς εξαρτώμενα παιδιά, ενώ την ίδια περίοδο στην ΕΕ-27 το αντίστοιχο ποσοστό νοικοκυριών ήταν μόλις 6,1%.
Το 2022 το 43,6% των νοικοκυριών στην Ελλάδα δήλωσε την αδυναμία του να αντεπεξέλθει σε μια έκτακτη δαπάνη.
Μεγαλύτερη δυσκολία στην κάλυψη βασικών αναγκών αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά σε ποσοστό 38,4%, δηλαδή περίπου 30 ποσοστιαίες μονάδες πιο υψηλό από το αντίστοιχο ποσοστό
στην ΕΕ-27 (7,6%)
Σε πτώση μισθοί -συμβάσεις
Παρά τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού, ο πραγματικός μέσος μισθός παρουσίασε σημαντική μείωση, η οποία το 2022 εφθασε το 8,7% σε σχε ση με το 2021. Αυτη η εξέλιξη οδήγησε σε διανεμητικό κενό σε βάρος του κόσμου της εργασίας, της τάξης του 8,4% το 2021 και 9,5% το 2022.
Η ποιότητα της εργασίας στη χώρα μας είναι η χαμηλότερη μεταξυ των 27 χωρών- μελών της ΕΕ.
Η Ελλάδα, σημειώνει τη χειρότερη επίδοση σε χαρακτηριστικά όπως ο χρόνος εργασίας και η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής και απο τις χαμηλότερες επιδόσεις στη συλλογική εκπροσώπηση, την επαγγελματική εξέλιξη και την ποι’οτητα του εισοδήματος.
Παράλληλα, κατά τη διάρκεια του 2022, δεν σημειώθηκε κάποια ουσιαστική πρόοδος αναφορικά με την αναμόρφωση του θεσμικου πλαισίου των συλλογικών διαπραγματεύσεων, δεδομένου ότι υπεγράφησαν 25 συμβάσεις κλαδικου η ομοιοεπαγγελματικου εθνικού ή τοπικού χαρακτήρα.
Επιπλέον, κατά το ίδιο έτος υπεγράφησαν 217 επιχειρησιακές συμβάσεις.
Το 2010, η κάλυψη των εργαζομένων απο 79 κλαδικές και όμοιο επαγγελματικές συμβάσεις, προσέγγιζε το 100%.
Σήμερα, οι 38 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ που βρίσκονται σε ισχύ, καλύπτουν δυνητικά περίπου 735.000 εργαζόμενους, δηλαδή μόλις το 29% του συνόλου των μισθωτών.
Ωστόσο, το πραγματικό ποσοστό κάλυψης των εργαζομένων από κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ μειώνεται ακόμα
περισσότερο, εάν ληφθει υπόψη ότι απο το σύνολο των 38 ΣΣΕ μόνο 5 έχουν κηρυχθεί ως γενικά υποχρεωτικές, δηλαδή ως υποχρεωτικά εφαρμοστέες σε όλους τους εργαζόμενους από το σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου ή του επαγγέλματος.
Επίσης, μόλις 9 απο τις 24 κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις που υπεγράφγησαν το 2022 προβλέπουν αύξηση αποδοχών.
ΠΗΓΗ:Αθήνα984