To εκσυγχρονισμένο πλαίσιο λειτουργίας του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας, που με βάση τις προωθούμενες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα προβλέπεται ως κύρια ποινή για πλημμεληματικές παραβάσεις με τιμωρία που δεν θα ξεπερνά τα δύο έτη, παρουσίασε σήμερα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης αναφέρθηκε στο θεσμό που επί της ουσίας έχει νομοθετηθεί στη χώρα μας αλλά λόγω της έλλειψης της αναγκαίας υποδομής δεν λειτουργεί στην πράξη. Και πρόσθεσε, πως με βάση τις διατάξεις του νέου Κώδικα που βρίσκεται στο στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης η παροχή κοινωφελούς εργασίας θα είναι ένας από τους τρόπους έκτισης των ποινών.
Και αμέσως μετά παρέδωσε τη «σκυτάλη» της περιγραφής βήμα προς βήμα της ψηφιακής πλατφόρμας στον υφυπουργό Δικαιοσύνης Γιάννη Μπούγα, ο οποίος παρουσίασε τα στάδια λειτουργίας του νέου θεσμού.
Ήδη, όπως ειπώθηκε στη διάρκεια της παρουσίασης υπάρχουν διαθέσιμες 1.500 θέσεις στις οποίες μπορούν να απασχοληθούν καταδικασθέντες για ήσσονος σημασίας ποινικά αδικήματα, ενώ μέσω καμπάνιας που θα ενεργοποιηθεί μετά την ψήφιση των Κωδίκων το υπουργείο Δικαιοσύνης στοχεύει να αυξηθεί ο αριθμός των θέσεων αυτών σε 5.000 .
Με το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης με τίτλο «Παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας για την επιτάχυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της ποινικής δίκης – Εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για την πρόληψη και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας», το οποίο ήδη έχει αναρτηθεί σε δημόσια διαβούλευση, όπως επισήμανε ο κ. Μπούγας « η πολιτεία στοχεύει στον περιορισμό της κυρίαρχης μικρομεσαίας εγκληματικότητας, με ταυτόχρονη καταπολέμηση της ατιμωρησίας, προκρίνοντας την έκτιση των ποινών, είτε μερικά είτε συνολικά».
Ειδικότερα η εφαρμογή του μέτρου της κοινωφελούς εργασίας προβλέπεται, για τις ποινές φυλάκισης που δεν υπερβαίνουν τα 2 έτη, η δυνατότητα μετατροπής τους σε παροχή κοινωφελούς εργασίας ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος, εκτός αν το Δικαστήριο κρίνει, με ειδική αιτιολογία, ότι αυτή δεν είναι αρκετή για να τον αποτρέψει από την τέλεση άλλων εγκλημάτων. Για κάθε ημέρα φυλάκισης αντιστοιχούν δύο ώρες χρηματικής ποινής, συνεπώς καταδικασθείς σε ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών (300 ημερών), θα πρέπει να παράσχει κοινωφελή εργασία εξακοσίων (600) ωρών.
Ο συγκεκριμένος τρόπος έκτισης ποινών μέσω του θεσμού της κοινωφελούς εργασίας, θεωρείται, όπως επισημάνθηκε, «ιδανικός για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας μεσαίας κλίμακας, καθώς εξυπηρετεί κοινωνικούς, πολιτιστικούς και επιστημονικούς σκοπούς και η εκτέλεση της ποινής της γίνεται προς όφελος της κοινότητας που υπέστη την εγκληματική προσβολή, καθότι επιδιώκεται να καταδειχθεί, στον μεν δράστη το κοινωνικά επιβλαβές της πράξης του, στη δε κοινωνία, ότι υπάρχει και άλλη λύση για την καταστολή της παραβατικότητας και την επίτευξη του σωφρονιστικού χαρακτήρα της ποινής, πιο αποτελεσματική, από τον εγκλεισμό του δράστη στη φυλακή».
Συγκεκριμένα, με το νέο πλαίσιο «διευρύνεται ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Δικαιοσύνης μέσα από τη λειτουργία πρότυπης ψηφιακής πλατφόρμας στην οποία καταχωρούνται οι φορείς που θα απασχολούν καταδικασθέντες σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση. Η ψηφιακή πλατφόρμα με συνεχή και αδιάκοπη ενημέρωση, θα παρέχει στους εισαγγελείς εκτέλεσης ποινών και στους επιμελητές κοινωνικής αρωγής σαφή και πλήρη εικόνα για τα στοιχεία του κάθε Φορέα και των διαθέσιμων θέσεων εργασίας που παρέχονται με αναλυτική περιγραφή τους. Συγκεκριμένα, ορίζονται οι φορείς (ΝΠΔΔ, ΟΤΑ) στους οποίους θα παρέχεται η κοινωφελής εργασία. Καθημερινά εντάσσονται στην πλατφόρμα δεκάδες φορείς, που καλύπτουν όλο το δικαστικό χάρτη όλης της χώρας, παρέχοντας επαρκή αριθμό θέσεων σε 339 κατηγορίες απασχόλησης».
Επόμενο βήμα είναι η έγκριση των υπό ένταξη φορέων με την ταυτόχρονη πιστοποίηση της συνδρομής των προϋποθέσεων του νόμου προς τούτο, γίνεται από συσταθείσα κατά τις προβλέψεις της ΚΥΑ, επιτροπή στην οποία προεδρεύει ο εκάστοτε Εισαγγελέας εκτέλεσης ποινών Αθηνών και έχει ως αντικείμενο τη γενικότερη εποπτεία της εύρυθμης λειτουργίας του θεσμού και την τεχνική υποστήριξη και λειτουργική αναβάθμιση της πλατφόρμας.
Στο πεδίο της πρακτικής εφαρμογής μόλις καταστεί εκτελεστή η δικαστική απόφαση που επιβάλλει κοινωφελή εργασία, κοινοποιείται από τον αρμόδιο εισαγγελέα στην Υπηρεσία Επιμελητών Κοινωνικής Αρωγής. Η τελευταία δημιουργεί ατομικό φάκελο του καταδικασθέντος, στον οποίο καταχωρούνται τα απαραίτητα έγγραφα καθώς επίσης τον καλεί, σε δια ζώσης επικοινωνία, προκειμένου μέσω προσωπικής συνέντευξης, να ληφθεί το κοινωνικό ιστορικό του και να αξιολογηθούν τα προσωπικά, οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του, έτσι ώστε η πρόταση επιλογής του φορέα από τον αρμόδιο επιμελητή κοινωνικής αρωγής να είναι κατάλληλη και εξατομικευμένη.
Στη συνέχεια, συντάσσεται σχετική έκθεση (μέσω φόρμας της ψηφιακής εφαρμογής) που υποβάλλεται στον αρμόδιο εισαγγελέα εκτέλεσης ποινών. Ο τελευταίος αν συμφωνεί, παραγγέλλει προς την Υ.Ε.Κ.Α του τόπου παροχής της Κοινωφελούς Εργασίας, την εκτέλεση της απόφασης, επιλέγοντας τον Φορέα και ορίζοντας τον χρόνο έναρξης της παροχής, εντός χρονικού διαστήματος τριάντα (30) ημερών από την παραγγελία.
Μετά την επιλογή του Φορέα παροχής Κοινωφελούς Εργασίας συνάπτεται το Συμφωνητικό παροχής Κοινωφελούς Εργασίας μεταξύ του καταδικασθέντος και του Φορέα, το οποίο συνυπογράφει ως εκ τρίτου συμβαλλόμενη και η Υ.Ε.Κ.Α. (του τόπου παροχής Κοινωφελούς Εργασίας), ήτοι ο Επιμελητής Κοινωνικής Αρωγής που ορίζεται υπεύθυνος για την επίβλεψη της εκτέλεσης της σχετικής εργασίας.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της παροχής Κοινωφελούς Εργασίας διασφαλίζεται η συνεπής και αδιάλειπτη παροχή της, μέσα από την τήρηση παρουσιολογίου αλλά και με τακτικούς και έκτακτους ελέγχους που πραγματοποιούν οι εποπτεύοντες Επιμελητές Κοινωνικής Αρωγής. Μετά την ολοκλήρωση της κοινωφελούς Εργασίας η ΥΕΚΑ υποβάλει αναφορά ολοκλήρωσης στον Εισαγγελέα του τόπου εκτέλεσης.
Σε περίπτωση που η παροχή εργασίας αναιτιολόγητα διακοπεί ή παρέχεται πλημμελώς, ειδοποιείται ο εισαγγελέας εκτέλεσης ποινών, ο οποίος δύναται, ανάλογα και με τη βαρύτητα της παραβίασης, να ανακαλέσει το ευεργέτημα και να παραγγείλει την πραγματική έκτιση της ποινής σε σωφρονιστικό κατάστημα.
ΠΗΓΗ:Αθήνα984