Κανένας πολίτης της Αρχαίας Αιγύπτου δεν ήθελε να πορευτεί στο ταξίδι προς τη μεταθανάτια ζωή, προς το επέκεινα απροστάτευτος.
Οι πιο εύποροι ετοίμαζαν περίτεχνες επικήδειες τελετές, επικαλούνταν προστατευτικά ξόρκια, οι σαρκοφάγοι ήταν γεμάτες με φυλαχτά και οι νεκρικές μάσκες είχαν σχεδιαστεί για να οδηγούν τα πνεύματα των μουμιοποιημένων λειψάνων στον άλλο κόσμο – σε γαλήνιους λειμώνες- και στη συνέχεια πίσω στην τελική τους κατοικία στο σώμα.
Τρεις νεκρικές μάσκες έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη Ιαπώνων και Αιγυπτίων αρχαιολόγων, κοντά στους βράχους της Σακκάρα, μια νεκρόπολη της αρχαίας Αιγύπτου στην αριστερή όχθη του Νείλου και κύριο τόπο ταφής για τη φαραωνική πρωτεύουσα της Μέμφιδας.
Σε κείμενα του Νέου Βασιλείου, μια περίοδος που εκτείνεται στο 1550 π.Χ. έως το 1070 π.Χ., μια μάσκα που τοποθετούνταν πάνω από το κεφάλι μιας μούμιας ονομαζόταν sukhet, που σημαίνει «αυγό» και μερικές φορές tep en seshta, που σημαίνει «κεφαλή των μυστικών» ή «κεφαλή των μυστηρίων».
Οι μάσκες, που κατασκευάζονται από τεχνίτες σε εργαστήρια, δεν θα ήταν φτηνές, καθώς ήταν δαπανηρή τόσο η εργασία όσο και οι χρωστικές ουσίες. Ωστόσο ο τεράστιος αριθμός μασκών που έχει διασωθεί φανερώνει ότι η παραγωγή τους δεν περιοριζόταν στην ελίτ των πολιτών. Ο Αιγυπτιολόγος Foy Scalf, ισχυρίζεται ότι δε θα φαινόταν καθόλου περίεργο αν έως και το 35 τοις εκατό του πληθυσμού είχε τα μέσα να τις αποκτήσει», Μία από τις πρόσφατα ανακαλυφθείσες μάσκες σην Σακκάρα ανακαλύφθηκε έξω από μια ελληνορωμαϊκή κατακόμβη το 2019.
Κατασκευασμένη από πηλό, ήταν σφηνωμένη πάνω από ένα ανθρώπινο κρανίο και περιβαλλόταν από θραύσματα μιας γραμμωτής περούκας. «Το χρωματικό σχέδιο της περούκας δείχνει τη χρονολόγηση από την Ύστερη και την Πτολεμαϊκή Περίοδο, περίπου το 713 π.Χ. έως το 30 π.Χ.», δήλωσε ο Nozomu Kawai, αρχαιολόγος στο Πανεπιστήμιο Kanazawa στην Ιαπωνία και επικεφαλής της αποστολής.
Οι άλλες δύο μάσκες βρέθηκαν μέσα στην κατακόμβη μαζί με ειδώλια από τερακότα της Ίσιδας-Αφροδίτης —της θεάς του τοκετού και της αναγέννησης— και του Όσιρι γιου της Αρποκράτη, που είναι το ελληνορωμαϊκό όνομα του Ώρου, του αιγύπτιου θεού της σιωπής που προστάτευε τα παιδιά από αρρώστιες και θανάτους. Μάλιστα στην εικονογραφία εμφανίζεται ως νήπιο, γυμνό ή στολισμένο μόνο με κοσμήματα. Ο Αρποκράτης εξαιτίας της μεγάλης βρεφικής θνησιμότητας ήταν ιδιαίτερα σεβαστός θεός.
Οι δύο μάσκες που έχουν εντοπιστεί χρονολογούνται στον δεύτερο αιώνα μ.Χ., μια εποχή που η Αίγυπτος ήταν αυτοκρατορική επαρχία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και οι δύο ήταν καλουπωμένες σε χαρτόνι, από λωρίδες λινού ή παλιών παπύρων που τις μούλιαζαν σε μια πάστα και τις τοποθετούσαν πάνω σε ένα καλούπι ξύλινο ή το πραγματικό κεφάλι της μούμιας. Στη συνέχεια, οι μάσκες καλύφθηκαν με ένα λεπτό στρώμα gesso (αστάρι) και βάφονταν χρυσές. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι ήταν το χρώμα της σάρκας των θεών και θεωρούσαν το χρυσό χρώμα μια αιώνια και άφθαρτη απόχρωση.
Με πληροφορίες από New York Times