Ως αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη των υπευθύνων για το μπάζωμα στα Τέμπη κρίνεται η διάταξη της αντεισαγγελέως εφετών Λάρισας, με την οποία ζητά επιτακτικά να μάθει ποιος έδωσε εντολή να απομακρυνθούν τόνοι χώματος και φερτών υλικών «αφού οι όγκοι που απομακρύνθηκαν δεν είχαν ακόμη εξεταστεί από τους πραγματογνώμονες και τους ειδικούς, ενώ υπήρχαν και αγνοούμενοι της επιβατικής αμαξοστοιχίας». Παράλληλα κρίνει την εκχωμάτωση και το «μπάζωμα» του πεδίου ως μία «αυθαίρετη παρέμβαση».
Διατάσσει την διαβίβαση της δικογραφίας στη Βουλή με βάση τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και έχοντας στην διάθεσή της πληθώρα στοιχείων και καταθέσεων αξιολογεί πως: «(…) διαπιστώθηκε απομάκρυνση σημαντικών αποδεικτικών στοιχείων από τον τόπο του εγκλήματος, ώστε να καθίσταται δυσχερής αν όχι αδύνατη η πλήρης συγκέντρωση και αξιοποίηση όλων των ευρημάτων προκειμένου να εντοπιστούν οι αιτίες του δυστυχήματος και συνακόλουθα οι πράξεις και παραλείψεις των υπαιτίων που αιτιακά οδήγησαν σε αυτό (…)».
Υπό αυτό το πρίσμα δεν έχει γίνει ακόμη σαφές με βάση ποια διαδικασία ελήφθη αυτή η απόφαση και από ποιον και η αντεισαγγελέας ζητά την άμεση διερεύνηση του συμβάντος και των υπαιτίων του, δίνοντας προθεσμία 20 ημερών (από 22/04) να διευκρινιστεί:
«-ποια συγκεκριμένα πρόσωπα παρευρίσκονταν τις πρώτες ημέρες και μέχρι και την επίστρωση του χώρου με πίσσα και χαλίκια στο τόπο του δυστυχήματος, και
– ποιος ή ποια πρόσωπα έδωσαν εντολή απομάκρυνσης των χωμάτων και των λοιπών υλικών που στη συνέχεια μεταφέρθηκαν σε ιδιόκτητο οικόπεδο χωρίς να τεθεί το υλικό αυτό στη διάθεση των δικαστικών αρχών.
-Ποιο θα ήταν το πρόβλημα εάν το χώμα και τα φερτά υλικά παρέμεναν στο τόπο του ατυχήματος;»
Προς τον σκοπό αυτό ζητά «να επισυναφθούν σχετικά έγγραφα της ελληνικής αστυνομίας και της πυροσβεστικής υπηρεσίας, καθώς και οποιασδήποτε άλλης υπηρεσίας ενεπλάκη με οποιονδήποτε τρόπο στο συμβάν, με τα οποία θα δίνεται σαφής απάντηση στο πιο πάνω ερώτημα, δηλαδή ποιοι είχαν φυσική παρουσία στο σημείο (προς τον σκοπό αυτό να γίνει χρήση και του υπάρχοντος φωτογραφικού υλικού που υπάρχει στη δικογραφία) και ποιος έδωσε την εντολή της απομάκρυνσης των πιο πάνω υλικών.
Να απαντηθεί με σαφήνεια αν συντάχθηκε έκθεση για την απομάκρυνση των υλικών, ή καταγράφηκε αυτή η ενέργεια σε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο (σε θετική περίπτωση να επισυναφθούν αυτά, σε αρνητική περίπτωση να εξηγηθεί γιατί δεν συντάχθηκαν) και στη συνέχεια να ληφθούν ανωμοτί καταθέσεις των προσώπων αυτών.
Τα τελευταία αυτά πρόσωπα να εξηγήσουν γιατί έδωσαν εντολή για απομάκρυνση των υλικών από το σημείο πριν επιληφθούν οι δικαστικές αρχές, και χωρίς ενημέρωση και λήψη αδείας.
Ποιο θα ήταν το πρόβλημα εάν το χώμα και τα φερτά υλικά παρέμεναν στον τόπο του δυστυχήματος ώστε να είναι διαθέσιμα για έρευνα και τι σκοπό εξυπηρετούσε η απομάκρυνσή τους (…)».
Επιπλέον ζητά να εξεταστούν μια σειρά από ζητήματα, η απάντηση των οποίων πρόκειται να δώσει σαφή εικόνα: «Ποιο θα ήταν το πρόβλημα εάν το χώμα και τα φερτά υλικά παρέμεναν στο τόπο του ατυχήματος ώστε να είναι διαθέσιμα για έρευνα και τι σκοπό εξυπηρετούσε η απομάκρυνση τους.
Δεν όφειλαν να τα θέσουν στη διάθεση των ειδικών προκειμένου να ελεγχθούν σπιθαμή προς σπιθαμή αφού μέχρι εκείνη τη στιγμή τουλάχιστον υπήρχαν αγνοούμενοι επιβάτες;» Δοθέντος μάλιστα ότι ενώ στη συνέχεια ο εφέτης ανακριτής παρήγγειλε την εξέταση δείγματος από τη χημική υπηρεσία από το υπάρχον στο τόπο του δυστυχήματος χώμα – υλικό, «για ποιο λόγο δεν ενημέρωσαν τουλάχιστον αυτόν ότι υπάρχει χώμα – υλικό και σε άλλο σημείο».
«Τους ενδιαφέρει μόνο να μη χάσουν τις καρέκλες…»
Εμφανώς απογοητευμένος από την πολιτική ηγεσία του τόπου ο Παύλος Ασλανίδης έσπευσε να δηλώσει (MEGA): «Είμαστε χώρα μόνο, δεν είμαστε κράτος, δε θα κάνουμε ποτέ κράτος. Αυτοί οι άνθρωποι αν είχαν την παραμικρή ευθιξία, για τους πολιτικούς μιλάω, θα έπρεπε ήδη να είχαν ζητήσει την άρση της βουλευτικής τους ασυλίας. Αν ήταν πραγματικά άνθρωποι, γιατί μάλλον δεν έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους και λυπάμαι που το λέω αυτό. Τώρα όλα τα άλλα, ξανά εξεταστικές, προανακριτικές, το μπαλάκι ο ένας στον άλλον, περνάει ο χρόνος… τους ενδιαφέρει μόνο να μη χάσουν τις καρέκλες και τα ποσοστά. Κάποια στιγμή θα γυρίσει πάνω τους, κάποια στιγμή δε θα είναι βουλευτές, τι νομίζουν θα τους αφήσουμε;»
Οι θεωρίες συνωμοσίας και η σύσταση προανακριτικής
Με το πιο θανατηφόρο, τουλάχιστον τα τελευταία 60 έτη, σιδηροδρομικό δυστύχημα να απλώνει βαρύ το πέπλο του πάνω από τη χώρα ο πρωθυπουργός «γυρνώντας τον χρόνο πίσω» ανέφερε (ΣΚΑΪ) πως «σίγουρα κάποια πράγματα θα μπορούσαν να γίνουν διαφορετικά». Μόνο που αυτό που θα έκανε διαφορετικά δεν αφορούσε το πεδίο αλλά «κυρίως στην επικοινωνία και στην ανοχή την οποία δείξαμε στις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας, οι οποίες δυστυχώς ρίζωσαν και έπεισαν ένα μεγάλο κομμάτι των συμπολιτών μας». Ως προς το δεύτερο σκέλος, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε ότι αναφέρεται στα περί «μπαζώματος» ή «ξεμπαζώματος», δηλαδή σε «οι ορολογίες που κάθε τρεις και λίγο αλλάζουν».
Ο πρωθυπουργός όταν ρωτήθηκε αν «εκεί υπάρχει κάτι» δίστασε να δώσει μια ξεκάθαρη απάντηση λέγοντας «όσο γνωρίζω εγώ, και νομίζω ότι γνωρίζω αρκετά, δεν υπάρχει απολύτως τίποτα» και έστρεψε το βλέμμα του στη Δικαιοσύνη που είναι είναι και ο τελικός κριτής. «Κανείς δεν θα πιστέψει ή λίγοι θα πιστέψουν αυτό το οποίο θα πω εγώ. Θα πιστέψουν, όμως, τη Δικαιοσύνη και τους πραγματογνώμονες οι οποίοι μπήκαν, και δεύτεροι, για να επιβεβαιώσουν αυτά τα οποία είπε ο πρώτος πραγματογνώμονας για το περιστατικό αυτό», ανέφερε.
Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ζητήσει τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής στη Βουλή για τους Χρήστο Τριαντόπουλο, Μιχάλη Παπαδόπουλο, Θάνο Πλεύρη και Ζωή Ράπτη αναφορικά με το «μπάζωμα των Τεμπών». Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση το αίτημα σύστασης θα κατατεθεί αμέσως μετά τη διαβίβαση της σχετικής δικογραφίας στη Βουλή από την Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας.
«Ζητούμε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία να ανοίξουν το δρόμο στη δικαιοσύνη και να μην επιχειρήσουν να συγκαλύψουν για μία ακόμη φορά τις ευθύνες των υπουργών», υπογραμμίζεται από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.