Η πρώτη επίσημη δήλωση από την πλευρά της τουρκικής κυβέρνησης για τον θάνατο του Φετχουλάχ Γκιουλέν έγινε από τον υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν. Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε από κοινού με τον Ουκρανό υπουργό Εξωτερικών Άντριι Σιμπίχα στην Άγκυρα, ο Χακάν Φιντάν δήλωσε: «Οι πηγές των μυστικών υπηρεσιών μας επιβεβαιώνουν τον θάνατο του επικεφαλής της οργάνωσης FETO (Φετουλάχ Γκιουλέν)».
Ο Χακάν Φιντάν τόνισε ότι η είδηση αυτού του θανάτου δεν θα οδηγήσει ποτέ την Τουρκία σε εφησυχασμό και χαλάρωση και συμπλήρωσε: «Αυτή η οργάνωση αποτέλεσε μια σπάνια εστία απειλής στην ιστορία του έθνους μας. Εξαπάτησε χιλιάδες νέους ανθρώπους να ενταχθούν στις τάξεις της στο όνομα ιερών αξιών και τους μετέτρεψε σε μια μηχανή που πρόδωσε την πατρίδα, το έθνος και τις ιερές αξίες τους».
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, απευθυνόμενος στους οπαδούς του Γκιουλέν, τους κάλεσε να παραδοθούν λέγοντας ότι «με την ευκαιρία αυτού του θανάτου, θα πρέπει να λυθεί το ξόρκι από πάνω τους και τους καλώ να εγκαταλείψουν τον γεμάτο προδοσία λάθος δρόμο που πήραν, να σταματήσουν να εργάζονται ενάντια στο κράτος και το έθνος τους. Αυτός ο δρόμος δεν είναι καλός δρόμος. Το τέλος του δεν είναι καλό. Το έθνος και το κράτος μας θα συνεχίσουν να αγωνίζονται ενάντια σε αυτή την οργάνωση, όπως αγωνίζονται ενάντια σε κάθε είδους τρομοκρατικές οργανώσεις. Να εγκαταλείψουν αυτόν τον δρόμο όσο είναι καιρός».
Η είδηση του θανάτου σε ηλικία 83 ετών του Φετουλάχ Γκιουλέν, του σημαντικότερου πολιτικού αντιπάλου του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν, αναρτήθηκε από τον λογαριασμό κοινωνικής δικτύωσης Herkul Nağme μέσω του οποίου δημοσιεύονται τα κηρύγματα του ιμάμη.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση «το πνεύμα του Χοτζαεφέντι πέθανε στις 20 Οκτωβρίου 2024 και πληροφορίες για τις διαδικασίες ταφής θα κοινοποιηθούν αργότερα». Το Herkul Nağme συμπληρώνει ότι «ο δάσκαλός μας περπάτησε στον ορίζοντα της ψυχής του στις 21.20 το βράδυ, στις 20 Οκτωβρίου 2024, στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν για λίγο. Οι γιατροί του θα κάνουν δήλωση για η διαδικασία του νοσοκομείου τις επόμενες ώρες».
Ο Μοχάμεντ Φετουλάχ Γκιουλέν γεννήθηκε στις 27 Απριλίου 1941 και κατοικούσε μόνιμα στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ από το 1999 . Ήταν Τούρκος ιερέας, πρώην ιμάμης συγγραφέας και πολιτική μορφή. Ίδρυσε το κίνημα Γκιουλέν (γνωστό ως Χιζμέτ στα τουρκικά). Ο Γκιουλέν αναμείχθηκε ενεργά στον κοινωνικό διάλογο για το μέλλον της Τουρκίας και του Ισλάμ στον σύγχρονο κόσμο. Δίδασκε τη σχολή χανάφι του Iσλάμ. Υπήρξε σύμμαχος του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μέχρι το 2013.
Σύμφωνα με τους οπαδούς του, το κίνημα του Γκιουλέν – γνωστό ως Hizmet, που σημαίνει «υπηρεσία» στα τουρκικά – επιδιώκει να διαδώσει το μετριοπαθές Ισλάμ με την προώθηση της εκπαίδευση δυτικού τύπου, τις ελεύθερες αγορές και τη διαθρησκευτική επικοινωνία.
Γνωστός στους υποστηρικτές του ως Hodjaefendi, ή σεβαστός δάσκαλος, ο Γκιουλέν γεννήθηκε σε ένα χωριό της ανατολικής τουρκικής επαρχίας Erzurum το 1941. Γιος ιμάμη ή ισλαμικού ιεροκήρυκα, μελέτησε το Κοράνι από τη πρώτη παιδική ηλικία.
Το 1959, ο Γκιουλέν διορίστηκε ιμάμης τζαμιού στη βορειοδυτική πόλη Edirne και έγινε γνωστός ως ιεροκήρυκας τη δεκαετία του 1960 στη δυτική επαρχία της Σμύρνης, όπου έστησε φοιτητικούς κοιτώνες και πήγαινε σε καταστήματα που σέρβιραν τσάι για να κηρύξει.
Αυτές οι φοιτητικές κατοικίες σηματοδότησαν την έναρξη ενός άτυπου δικτύου που θα εξαπλωνόταν τις επόμενες δεκαετίες στην εκπαίδευση, τις επιχειρήσεις, τα μέσα ενημέρωσης και τους κρατικούς θεσμούς, προσδίδοντας στους υποστηρικτές του εκτεταμένη επιρροή.
Η επιρροή αυτή εξαπλώθηκε επίσης πέρα από τα σύνορα της Τουρκίας στις τουρκικές δημοκρατίες της κεντρικής Ασίας, τα Βαλκάνια, την Αφρική και τη Δύση μέσω ενός δικτύου σχολείων.
Ο Γκιουλέν υπήρξε στενός σύμμαχος του Ερντογάν και του κόμματός του ΑΚ, αλλά οι αυξανόμενες εντάσεις στη σχέση τους εξερράγησαν τον Δεκέμβριο του 2013, όταν ήρθαν στο φως έρευνες διαφθοράς με στόχο υπουργούς και αξιωματούχους που πρόσκεινται στον Ερντογάν. Εισαγγελείς και αστυνομικοί από το κίνημα Χιζμέτ του Γκιουλέν θεωρήθηκαν ευρέως ότι βρίσκονταν πίσω από τις έρευνες και εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης για τον Γκιουλέν το 2014, με το κίνημά του να χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική ομάδα δύο χρόνια αργότερα.
Λίγο μετά το πραξικόπημα του 2016, ο Ερντογάν χαρακτήρισε το δίκτυο του Γκιουλέν προδότες και «καρκίνο», υποσχόμενος να τους ξεριζώσει όπου κι αν βρίσκονταν. Εκατοντάδες σχολεία, εταιρείες, μέσα μαζικής ενημέρωσης και ενώσεις που συνδέονταν μαζί του έκλεισαν και περιουσιακά στοιχεία κατασχέθηκαν.
Ο Γκιουλέν καταδίκασε την απόπειρα πραξικοπήματος «με τον πιο έντονο τρόπο»».
«Ως κάποιος που υπέφερε από πολλαπλά στρατιωτικά πραξικοπήματα κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε δεκαετιών, είναι ιδιαίτερα προσβλητικό να κατηγορούμαι ότι έχω οποιαδήποτε σχέση με μια τέτοια απόπειρα», ανέφερε σε δήλωσή του.
Η ομιλία του 1999 και η οργή των Κεμαλικών
To 1999 διέρρευσε μια ομιλία του σε στενό κύκλο στην οποία φέρεται να καλεί σε ανατροπή εκ των έσω του κεμαλικού κράτους λέγοντας : «Πρέπει να κινηθείτε στις αρτηρίες του συστήματος, χωρίς κανείς να καταλάβει την παρουσία σας μέχρις ότου φθάσετε σε όλα τα κέντρα εξουσίας… Μέχρι τότε, οποιοδήποτε βήμα θα είναι πρόωρο, σαν να σπάσεις ένα αυγό αντί να περιμένεις να εκκολαφθεί», είχε πει. Ο ίδιος επέμεινε αργότερα πως τα όσα είχε πει είχαν αποκοπεί και παρερμηνευθεί. Όμως τα λόγια του εκείνα, αλλά κυρίως η δύναμη που είχε αποκτήσει, είχαν ως αποτέλεσμα να βρεθεί κατηγορούμενος από τους κεμαλιστές πως αναμειγνύεται στην πολιτική και υπονομεύει το κοσμικό καθεστώς. Εκείνη τη χρονιά αποφάσισε, ύστερα από ένα ταξίδι στην Αμερική για ιατρικούς λόγους, να παραμείνει εκεί για πάντα, παρότι στο δικαστήριο τελικά αθωώθηκε.
Ο Γκιουλέν και οι ” Γκιουλενιστές ” μπήκαν στο στόχαστρο των Κεμαλιστών και μετέπειτα στο στόχαστρο του Ερντογάν ο οποίος κατηγορεί τον Γκιουλέν ότι βρέθηκε πίσω από το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 . Σύμφωνα με τους Κεμαλιστές χιλιάδες άνθρωποι του κινήματος διείσδυσαν στον στρατό, στα σώματα ασφαλείας και σε θέσεις εξουσίας, πολλές φορές εις βάρος άλλων μειονοτήτων –κυρίως Κούρδων– αλλά και των κοσμικών . Οι οπαδοί του υποστηρίζουν ότι η ρήξη με τον Ερντογάν ήρθε το 2013, όταν αποκάλυψε την εμπλοκή της οικογένειας Ερντογαν σε μια σειρά από οικονομικά σκάνδαλα. Οι διώξεις εναντίον των οπαδών πήραν ανεξέλεγκτες διαστάσεις μετά το πραξικόπημα. Μετά το 2016 πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι κατηγορήθηκαν ως τρομοκράτες και διαλύθηκαν οι ζωές τους
Η τουρκική κυβέρνηση τον έχει χαρακτηρίσει ως τον πλέον καταζητούμενο τρομοκράτη και τον κατηγορεί ότι ηγείται της λεγόμενης γκιουλενικής τρομοκρατικής οργάνωσης, όπως περιγράφεται το κίνημά του.
Στην διάρκεια της καταστολής μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 τουλάχιστον 77.000 άνθρωποι συνελήφθησαν και 150.000 κρατικοί υπάλληλοι, μεταξύ των οποίων εκπαιδευτικοί, δικαστές και στρατιώτες, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης, κατηγορούμενοι ως ” Γκιουλενιστές” .
Εταιρείες και μέσα ενημέρωσης που πιστεύεται ότι συνδέονται με τον Γκιουλέν κατασχέθηκαν από το κράτος ή έκλεισαν. Η τουρκική κυβέρνηση δήλωσε ότι οι ενέργειές της δικαιολογούνταν από τη σοβαρότητα της απειλής που αποτελούσε για το κράτος το πραξικόπημα.
Η επιρροή του Γκιουλένστο εσωτερικό της Τουρκίας μειώθηκε δραστικά όχι μόνο από την καταστολή της κυβέρνησης Ερντογαν αλλά και από την αντιπολίτευση, η οποία θεωρούσε ότι το δίκτυό του συνωμότησε επί δεκαετίες για να υπονομεύσει τα κοσμικά θεμέλια της δημοκρατίας.
Μιλώντας στο περιφραγμένο συγκρότημά του στα βουνά Pocono της Πενσυλβάνια, ο Γκιουλέν δήλωσε σε συνέντευξή του στο Reuters το 2017 ότι δεν είχε σχέδια να διαφύγει από τις ΗΠΑ για να αποφύγει την έκδοσή του. Ακόμα και τότε, εμφανιζόταν αδύναμος, κρατώντας από το χέρι τον γιατρό του
Πηγή: Αθήνα984