Πρόταση για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία θα βάλει στο τραπέζι ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά τη σύνοδο των ηγετών της Ομάδας των 20 (G20) τη Δευτέρα (18/11) στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Τούρκοι αξιωματούχοι αναγνωρίζουν ότι μια τέτοια πρόταση θα είναι δύσκολο να γίνει αποδεκτή από την Ουκρανία, αλλά πιστεύουν ότι είναι η πιο ρεαλιστική προσέγγιση. Θα στόχευαν στο να μεταθέσουν τις συζητήσεις για τη μακροπρόθεσμη τύχη των κατεχομένων εδαφών, ώστε να επικεντρωθούν πρώτα στη διασφάλιση μιας σταθερής εκεχειρίας.
Ο δυτικός τρόπος σκέψης έχει αλλάξει από τότε που εμφανίστηκαν στο πεδίο της μάχης βορειοκορεατικά στρατεύματα για να υποστηρίξουν τις δυνάμεις του Πούτιν και αυτό διαμόρφωσε τις απόψεις του Μπάιντεν σχετικά με το ενδεχόμενο να επιτραπούν πυραυλικά πλήγματα κατά της Ρωσίας. Οι εκτιμήσεις ορισμένων χωρών της G-20 δείχνουν ότι η Βόρεια Κορέα θα μπορούσε τελικά να στείλει στη Ρωσία έως και 100.000 στρατιώτες.
Ο Ερντογάν ελπίζει ότι μπορεί να μπορέσει να πείσει τον Ζελένσκι να παραστεί στις ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη, επειδή έχει δει πληροφορίες που υποδηλώνουν ότι η Ουκρανία θα μπορούσε να χάσει πολύ περισσότερα εδάφη τους επόμενους μήνες, αν δεν σταματήσουν οι μάχες, σύμφωνα με άτομα από το περιβάλλον του. Την ίδια στιγμή οι προοπτικές στο πεδίο της μάχης προσφέρουν επίσης στον Πούτιν ένα κίνητρο για να συνεχίσει να πολεμά.
Η τουρκική παρέμβαση έρχεται ενώ δημοσιεύματα και δηλώσεις Αμερικανών αξιωματούχων, ανέφεραν ότι η Ουάσινγκτον έδωσε για πρώτη φορά το πράσινο φως στο Κίεβο να βομβαρδίζει ρωσικά εδάφη με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς που έχει προμηθευτεί ο ουκρανικός στρατός από τις ΗΠΑ.
Η απόφαση του Μπάιντεν αποτελεί σημαντική αλλαγή στην πολιτική των ΗΠΑ. Η επιλογή αυτή έχει διχάσει τους συμβούλους του και η μετατόπισή του έρχεται δύο μήνες πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του εκλεγμένου προέδρου Ντόναλντ Τζ. Τραμπ, ο οποίος έχει υποσχεθεί να περιορίσει την περαιτέρω υποστήριξη προς την Ουκρανία.