Στέγη στην…. Ελλάδα βρήκε η ακρίβεια, καθώς η δραματική αύξηση στις δαπάνες στέγασης προκαλεί ντόμινο οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων, σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την εθνική οικονομία και την απασχόληση.
Οι επιστημονικοί συνεργάτες των συνδικάτων αποτυπώνουν «πληθωριστικό σοκ» για την ελληνική κοινωνία και χαμηλούς μισθούς οι οποίοι συμπιέζονται δραματικά, ενώ περιγράφουν εύθραυστη αναπτυξιακή τάση στην εθνική οικονομία.
Η χώρα μας, υπολείπεται σχεδόν σε όλους τους δείκτες Κοινωνικής Ευημερίας από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ εμφανίζει ιδιαίτερα αυξημένα ποσοστά στους παράγοντες που δημιουργούν φτώχεια και κοινωνικές ανισότητες.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, η κρίση αξιοπρεπούς διαβίωσης στην Ελλάδα εδράζεται σε τέσσερις αλληλοτροφοδοτούμενους πυλώνες:
– Στεγαστική κρίση:
Από το 2023 στην χώρα μας, το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιούσε σε νοικοκυριά στα οποία το στεγαστικό κόστος ήταν μεγαλύτερο του 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους ανερχόταν στο 28,5%. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των κρατών-μελών
της ΕΕ.
Για τα άτομα που ανήκαν στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, το ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης του κόστους στέγασης ανερχόταν στο 85,3% (έναντι 29,9% στην ΕΕ)
Το κόστος στέγασης για τους ενοικιαστές καταγράφεται στο 40,5% (τέταρτο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ), ενώ για τα άτομα σε ιδιόκτητη κατοικία, χωρίς δάνειο ή υποθήκη σε εκκρεμότητα, φθάνει στο 23,7% (το υψηλότερο μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ).
Οκτώ από τις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας κατέγραψαν το 2023 υψηλότερα ποσοστά υπερβολικής επιβάρυνσης του στεγαστικού κόστους έναντι του 2021.
Το υψηλότερο ποσοστό υπερβολικής επιβάρυνσης από το κόστος στέγασης εμφάνισαν το 2023 οι περιφέρειες Κεντρικής Μακεδονίας (34,8%), Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (32,7%) και Πελοποννήσου (31,8%).
Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά επιβάρυνσης κατέγραψαν οι περιφέρειες Κρήτης (20,2%) και Ιονίων Νήσων (23,1%), ακολουθούμενες από τις περιφέρειες Θεσσαλίας (23,9%), Νοτίου Αιγαίου (25%), Ηπείρου (25,6%) και Δυτικής Μακεδονίας (25,7%).
Κοντά στον μέσο όρο της χώρας (28,5%) κυμάνθηκαν, τέλος, τα αντίστοιχα ποσοστά στην Αττική (27,9%) και στις περιφέρειες Στερεάς Ελλάδας και Βορείου Αιγαίου (27,7%).
– Κρίση διαβίωσης:
Στο σύνολο της περιόδου Νοέμβριος 2020- Νοέμβριος 2024, πλην της κατηγορίας «Επικοινωνίες», όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που απαρτίζουν τον ΓΔΤΚ (Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) σημείωσαν θετικές μεταβολές τιμάριθμου, στην πλειονότητά τους διψήφιες.
Τη μεγαλύτερη μεταβολή εμφάνισαν οι κατηγορίες «Ένδυση και υπόδηση» (+31,3%), «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» (+30,5%) και «Στέγαση» (24,3%), ενώ μεγάλες αυξήσεις καταγράφηκαν και στις κατηγορίες «Μεταφορές» (+23,8%) και «Ξενοδοχεία, καφέ, εστιατόρια» (+21,4%).
– Μισθολογική ανεπάρκεια:
Στην επίπτωση του πληθωρισμού στο επίπεδο ευημερίας των πολιτών πρέπει να συνυπολογιστούν και οι ιδιαίτερα χαμηλές αποδοχές των μισθωτών.
Το 2023 στη χώρα μας το ύψος του μέσου ετήσιου προσαρμοσμένου μισθού πλήρους απασχόλησης ήταν 17.013 ευρώ, επίδοση που αποτελεί την τρίτη χαμηλότερη μεταξύ των 26 κρατών- μελών της ΕΕ.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η χώρα μας αποτελεί το μοναδικό από τα υπό εξέταση κράτη-μέλη της ΕΕ όπου καταγράφεται μείωση του συγκεκριμένου μεγέθους συγκριτικά με το 2009.
Η εξέλιξη αυτή, οδήγησε στην υποβάθμιση της θέσης της Ελλάδας από τη 13η θέση το 2009 στην 24η θέση της σχετικής κατάταξης το 2023 και στο χαμηλότερο επίπεδο σε όρους αγοραστικής δύναμης μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.
-Εργασιακή στρέβλωση:
Η κατάσταση στην αγορά εργασίας παραμένει εύθραυστη, επισημαίνουν οι επιστημονικοί συνεργάτες της ΓΣΕΕ. και δημιουργεί σοβαρά ερωτήματα για τη διατηρήσιμη άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.
Το γ΄τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2009, το μερίδιο των θέσεων εργασίας στον δευτερογενή τομέα (σσ όπου εντάσσονται οι παραγωγικές μονάδες) στον συνολικό όγκο της απασχόλησης ήταν χαμηλότερο κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες (από 21,4% το γ΄ τρίμηνο του 2009 σε 16,7% το γ΄ τρίμηνο του 2024), ενώ στον πρωτογενή τομέα κατά μία ποσοστιαία μονάδα (από 11,2% σε 10,2%). Αντίθετα, το μερίδιο των θέσεων απασχόλησης στους κλάδους του τομέα των υπηρεσιών ενισχύθηκε από 67,4% το γ΄ τρίμηνο του 2009 σε 73,1% το γ΄ τρίμηνο του 2024.
Παράλληλα, η ελληνική οικονομία καταγράφει ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις και όσον αφορά το ποσοστό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας στο σύνολο της απασχόλησης (3,4%), το οποίο είναι το δεύτερο χαμηλότερο στο σύνολο των κρατών-μελών της ΕΕ.
«Όνειρο απατηλό», χαρακτήρισε ο Υπεύθυνος Επικοινωνίας της ΓΣΕΕ, Γιώργος Χριστόπουλος, «το αφήγημα της κυβέρνησης για την αύξηση των εισοδημάτων των ανθρώπων της εργασίας».
Η ακρίβεια, ο πληθωρισμός και η στεγαστική κρίση κατατρώγουν τα εισοδήματα των μισθωτών, πρόσθεσε και επανέλαβε την πρόταση της ΓΣΕΕ για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, μέσω της αξιοποίησης 1.5 δις ευρώ τα οποία έχουν συγκεντρωθεί στα ταμεία της ΔΥΠΑ (τ. ΟΑΕΔ.)
ΠΗΓΗ:Αθήνα984