Την εξαίρεση μίας σειράς από τρόφιμα που βρίσκονται κοντά στην ημερομηνία λήξης τους, από το μέτρο της τρίμηνης απαγόρευσης διενέργειας προωθητικών ενεργειών, το οποίο ισχύει σε περιπτώσεις που έχουν προηγηθεί ανατιμήσεις, προβλέπει η τροποποιημένη υπουργική απόφαση του υπουργείου Ανάπτυξης στα νέα μέτρα κατά της ακρίβειας.
Αυτό σημαίνει, πως στα προϊόντα που περιλαμβάνονται στη σχετική λίστα του υπουργείου και εφόσον φέρουν την ειδική σήμανση «Προϊόν με κοντινή ημερομηνία λήξης», ακόμη κι γίνουν αυξήσεις τιμών, οι επιχειρήσεις θα μπορούν να συνεχίζουν τις προωθητικές ενέργειες, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα.
Το μέτρο αφορά σε 44 κατηγορίες προϊόντων, ενώ προσδιορίζεται για το καθένα ξεχωριστά, το ακριβές χρονικό διάστημα (από 1 έως 30 μέρες) πριν από την ημερομηνία λήξης που επιτρέπεται να γίνει η προωθητική ενέργεια.
Για παράδειγμα για νωπό κοτόπουλο, χοιρινό, μοσχάρι, όπως και το γάλα, προσδιορίζεται σε μία ημέρα. Σε 20 μέρες ορίζεται το χρονικό διάστημα για τρόφιμα όπως ζυμαρικά, φρυγανιές, κονσέρβες και κατεψυγμένα τρόφιμα και σε 30 μέρες για τις κονσέρβες για γάτες και σκύλους.
Ο στόχος
Όπως επισημαίνουν στελέχη του οργανωμένου λιανεμπορίου, έως τώρα, τα σούπερ μάρκετ διαθέτουν στους καταναλωτές σε μειωμένη συνήθως τιμή, της τάξεως του -30% ή και -50% τα προϊόντα εκείνα που βρίσκονται κοντά στην ημερομηνία λήξης τους, τοποθετώντας μάλιστα και το σχετικό αυτοκόλλητο ώστε να γίνονται αντιληπτά από τους καταναλωτές.
Ουσιαστικά δεν πρόκειται για «προσφορά» από πλευράς του προμηθευτή, όπως εξηγούν, αλλά για μία προωθητική ενέργεια από πλευράς των σούπερ μάρκετ. Την οποία, με τα νέα μέτρα – πριν από τη συγκεκριμένη τροποποίηση – δεν θα μπορούσαν να τη συνεχίσουν σε περίπτωση ανατίμησης του προϊόντος.
Για παράδειγμα, ένα γάλα με κοντινή ημερομηνία λήξης, εφόσον ο προμηθευτής είχε προχωρήσει σε αύξηση της τιμής του, δεν θα μπορούσαν να το διαθέσουν σε μειωμένη τιμή. Το συγκεκριμένο ζήτημα είχε μάλιστα τεθεί και από την Ένωση Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας προς το υπουργείο Ανάπτυξης.
Με την τροποποίηση της υπουργικής απόφασης από πλευράς του αρμόδιου υπουργείου, ο στόχος, όπως επισημαίνεται, είναι να αντιμετωπιστούν φαινόμενα σπατάλης τροφίμων αλλά και καταστροφής αποθεμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν σε χαμηλές τιμές στους ενδιαφερόμενους καταναλωτές.
Με αντίστοιχο όφελος, παράλληλα, και για τις επιχειρήσεις οι οποίες δεν θα επιβαρυνθούν έτσι, με την καταστροφή των αποθεμάτων.