Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 88 ετών ο Κώστας Σημίτης. Ο πρώην πρωθυπουργός διακομίστηκε στις 7.30 το πρωί, με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ από το εξοχικό του στους Αγίους Θεοδώρους στο νοσοκομείο της Κορίνθου, χωρίς τις αισθήσεις του.
Σύμφωνα με τον διοικητή του νοσοκομείου, Γρηγόρη Καρπούζη, έγινε προσπάθεια ανάνηψης, χωρίς αποτέλεσμα, και οι γιατροί διαπίστωσαν τον θάνατό του.
Ανακοίνωση του Νοσοκομείου Κορίνθου για τον θάνατο του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη
Τα θερμά τους συλλυπητήρια για τον θάνατο του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη εκφράζουν, με ανακοίνωσή τους, στην οικογένεια και στους οικείους του εκλιπόντος, η διοίκηση και το προσωπικό του Νοσοκομείου Κορίνθου.
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνεται, «σήμερα και περί ώρα 7:30 περίπου διακομίστηκε στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του Νοσοκομείου μας, με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ χωρίς τις αισθήσεις του ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης. Έγινε προσπάθεια ανάνηψης που δυστυχώς απέβη άκαρπη και διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Η διοίκηση και το προσωπικό του Νοσοκομείου μας εκφράζουμε τα θερμά συλλυπητήριά μας στην οικογένεια και στους οικείους του.»
Ο Κώστας Σημίτης διετέλεσε πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. (30 Ιουνίου 1996 – 8 Φεβρουαρίου 2004) και επίσης πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας (18 Ιανουαρίου 1996 – 10 Μαρτίου 2004).
Μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974, υπήρξε από τους ιδρυτές του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑ.ΣΟ.Κ.) και ανέλαβε αρκετές υπουργικές θέσεις, όταν το κόμμα του ανέλαβε την εξουσία.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1996 διαδέχτηκε τον Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία μετά από ψηφοφορία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. εκπροσωπώντας τον «εκσυγχρονιστικό» πόλο εξουσίας με κύριο στόχο την οικονομική μεταρρύθμιση της ελληνικής οικονομίας και την κοινωνική σύγκλιση της ελληνικής κοινωνίας με την «ισχυρή» Ευρώπη[4]. Στις 30 Ιουνίου 1996, λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Κώστας Σημίτης εξελέγη πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο 4ο Συνέδριο του κόμματος.
Επανεξελέγη πρωθυπουργός μετά τη νίκη του στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 1996 και του Απριλίου 2000.
Ως πρωθυπουργός προώθησε μία μετριοπαθή εξωτερική πολιτική ταυτόχρονα με τη σταδιακή ιδιωτικοποίηση του μεγάλου ελληνικού δημόσιου τομέα, στοχεύοντας σε μία οικονομική σταθερότητα σύμφωνα με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ αποριζοσπαστικοποίησε τον λόγο του κόμματος προκρίνοντας την πορεία της χώρας προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης[6]. Η δεύτερη θητεία του συνοδεύτηκε από την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, με στόχο τη μείωση του πληθωρισμού και του εθνικού χρέους, καθώς και από προσπάθειες επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών για το Κυπριακό πρόβλημα στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής.
Μεταξύ των σημαντικότερων επιτυχιών της θεωρείται η ένταξη της Ελλάδας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση το 2001 και η σύνοδος στο Ελσίνικι
το 1999 οπότε αποφασίσθηκε η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, να αποδεσμεύτει από τον όρο της προηγούμενης πολιτικής επίλυσης.
Βιογραφία
Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Σημίτης, δικηγόρος, καθηγητής της Α.Σ.Ο.Ε.Ε., επί σειρά ετών πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά, αντιπρόσωπος του Πειραιά στην Εθνοσυνέλευση στους Κορυσχάδες και γενικός διοικητής Ρούμελης στην ΠΕΕΑ, την κυβέρνηση του βουνού του ΕΑΜ. Η μητέρα του, Φανή Χριστοπούλου, με καταγωγή από τον Πύργο Ηλείας, υπήρξε επί χρόνια κορυφαίο στέλεχος γυναικείων οργανώσεων της Αριστεράς και Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Γυναικών. Κατά τη διάρκεια της κατοχής οι γονείς του έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση κατά των κατακτητών από τις τάξεις του Ε.Α.Μ. και του Ε.Λ.Α.Σ.. Παππούς του ήταν ο αρχίατρος και ευεργέτης του δήμου Πύργου, Κωνσταντίνος Χριστόπουλος, καθώς και ο νομικός, Σπυρίδων Σημίτης. Νονός του ήταν ο Πρίγκιπας Νικόλαος της Ελλάδος και της Δανίας, ο οποίος ήταν φίλος του πατέρα του.
Ο Κώστας Σημίτης σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ της Δυτικής Γερμανίας και οικονομικά στο London School of Economics and Political Science. Ξεκίνησε την ακαδημαϊκή του σταδιοδρομία ως διδάκτωρ της Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ το 1959. Δίδαξε ως υφηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντίας το 1971 και συνέχισε ως τακτικός καθηγητής του Εμπορικού και Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο του Γκίσεν από το 1971 έως το 1975. Το 1977 εξελέγη τακτικός καθηγητής στην Πάντειο Σχολή (το σημερινό Πάντειο Πανεπιστήμιο). Μιλάει αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά.
Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε νυμφευμένος με τη Δάφνη Σημίτη, το γένος Αρκαδίου, την οποία γνώρισε την περίοδο που και οι δύο σπούδαζαν στο London School of Economics. Απέκτησαν μαζί δύο κόρες, τη Φιόνα και τη Μαριλένα.
Πολιτική πορεία
Αντιδικτατορική δράση και Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα
Ζώντας στην Αθήνα ως δικηγόρος πρωτοστάτησε το 1965 στην ίδρυση του Ομίλου Πολιτικής Έρευνας «Αλέξανδρος Παπαναστασίου», του οποίου διετέλεσε γραμματέας. Ο Όμιλος Παπαναστασίου είχε ως στόχο τη συστηματική μελέτη των σημαντικότερων προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας και την ανάληψη πρωτοβουλιών για την αντιμετώπισή τους. Το 1967 ο όμιλος μετεξελίχθηκε στην αντιδικτατορική οργάνωση «Δημοκρατική Άμυνα», η οποία επτά χρόνια αργότερα συμμετείχε στην ίδρυση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Στη διάρκεια της δικτατορίας διέφυγε παράνομα στο εξωτερικό και παραπέμφθηκε ερήμην στο Στρατοδικείο για απόπειρα εμπρησμού και παράβαση του νόμου περί εκρηκτικών υλών. Σε αντίποινα συνελήφθη η σύζυγός του, Δάφνη Σημίτη και κρατήθηκε επί δύο μήνες σε απομόνωση. Από το 1970 ο Κώστας Σημίτης συμμετείχε στο Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (Π.Α.Κ.) ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του.
ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Κυβέρνηση
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και συμμετείχε στην πρώτη Κεντρική Επιτροπή και στο πρώτο Εκτελεστικό Γραφείο του Κινήματος.
Στις 13 Ιουνίου 1979, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ανακοινώνει την παραίτηση του Κώστα Σημίτη από το Εκτελεστικό Γραφείο. Θεωρήθηκε υπεύθυνος προπαγάνδας του κόμματος και συγκεκριμένα για την αφίσα που είχε κυκλοφορήσει με το σύνθημα «Όχι στην Ευρώπη των μονοπωλίων, ναι στην Ευρώπη των λαών»,[8] όταν επίσημη θέση του Κινήματος ήταν η έξοδος της χώρας από την τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ).[9]
Αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑ.ΣΟ.Κ, τον Οκτώβριο του 1981, με τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης, κλήθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου να αναλάβει:
- υπουργός Γεωργίας, από το 1981 ως το 1985, όπου και εξασφάλισε την επιτυχή ένταξη της ελληνικής γεωργίας στην ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική, καθώς και τον πολλαπλασιασμό των ενισχύσεων,
- υπουργός Εθνικής Οικονομίας, από το 1985 ως το 1987, όπου και εφάρμοσε το πρώτο αυστηρό πρόγραμμα σταθεροποίησης, με ιδιαίτερα θετική επίπτωση στις μακροοικονομικές ανισορροπίες,
- υπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κατά τη διάρκεια της οικουμενικής κυβέρνησης, υπό την προεδρία του καθηγητή Ξενοφώντα Ζολώτα (Νοέμβριος 1989 – Φεβρουάριος 1990),
- υπουργός Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας και υπουργός Εμπορίου ταυτόχρονα, από το 1993 ως το 1995. Κατά το διάστημα αυτό έθεσε το πλαίσιο μιας μακροχρόνιας πολιτικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Ο Κώστας Σημίτης εκλεγόταν βουλευτής της Α΄ εκλογικής περιφέρειας Πειραιά συνεχώς από το 1985 μέχρι και το 2007.
Πρωθυπουργός της Ελλάδας και Πρόεδρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Στις 18 Ιανουαρίου 1996 εξελέγη Πρωθυπουργός από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑ.ΣΟ.Κ. μετά την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου από το αξίωμα για λόγους υγείας.
Στις 30 Ιουνίου 1996, στο 4ο Συνέδριο του ΠΑ.ΣΟ.Κ., λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου, αναδείχθηκε πρόεδρος του κινήματος και με τη νίκη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στις κοινοβουλευτικές εκλογές της 22 Σεπτεμβρίου 1996 ανακηρύχθηκε πρωθυπουργός. Ως αρχηγός του ΠΑ.ΣΟ.Κ. κέρδισε και την επόμενη εκλογική αναμέτρηση στις 9 Απριλίου 2000.
Υπό τον Κώστα Σημίτη η χώρα προετοιμάστηκε ουσιαστικά για τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.
Στις 7 Ιανουαρίου 2004 ανακοίνωσε την παραίτησή του από την προεδρία του ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Στη θέση αυτή τον διαδέχθηκε ο Γιώργος Παπανδρέου την 8η Φεβρουαρίου 2004. Διετέλεσε πρωθυπουργός ως τις 10 Μαρτίου 2004.
Διεθνείς σχέσεις
Μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως πρωθυπουργού, ο Κώστας Σημίτης προώθησε μια νέα αντίληψη για τη θέση της Ελλάδας στη διεθνή σκηνή με κεντρική αναφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όπως αναφέρει ο Γιώργος Φραντζής, «Σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής η νέα κυβέρνηση θα διαχωριστεί επί του πρακτέου από την αντινατοϊκή, αντιαμερικανική και συχνά αντιευρωπαϊκή κατεύθυνση που είχε ακολουθήσει παλιότερα το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση (…) Η προσπάθεια αυτή που εκφράστηκε με το αίτημα για ένταξη στην ΟΝΕ και την κατάθεση του Προγράμματος Σύγκλισης το 1994, συνεχίστηκε έμπρακτα στη συνέχεια με την τήρηση ενός μακροπρόθεσμου πλάνου ένταξης».[10]
Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του η Ελλάδα ενίσχυσε τη θέση της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχεδιάστηκε και ολοκληρώθηκε η ενταξιακή πορεία της Κύπρου. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις εισήλθαν για πρώτη φορά σ΄ ένα πλαίσιο και μια προοπτική επ’ ωφελεία και των δύο χωρών. Η Ελλάδα αναδείχθηκε σε πόλο ειρήνης και συνεργασίας στη νοτιοανατολική Ευρώπη, αντί να αποτελεί μέρος του βαλκανικού προβλήματος, όπως φαινόταν να είχε γίνει. Παράλληλα ενισχύθηκε η αποτρεπτική δύναμη των ενόπλων δυνάμεων.
Ο Κώστας Σημίτης, ως Πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας, προήδρευσε του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κατά το α΄ εξάμηνο του 2003. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας υπογράφηκε στις 14 Απριλίου 2003, στη στοά του Αττάλου στην Αθήνα, η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση των δέκα νέων κρατών μελών, μεταξύ των οποίων και η Κύπρος.
Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες για το σχέδιο του Ευρωπαϊκού Συντάγματος. Προωθήθηκε η στρατηγική της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Αντιμετωπίστηκε ο διχασμός της Ένωσης απέναντι στα ζητήματα του πολέμου στο Ιράκ και κατέστη εφικτή η ενιαία στάση των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
1996-1999: Η προσπάθεια ένταξης στην ΟΝΕ
Την πρώτη περίοδο της πρωθυπουργίας του (1996-2000) ο κύριος στόχος της οικονομικής πολιτικής ήταν η εξασφάλιση της συμμετοχή της χώρας στην ΟΝΕ. Πέρα από την επίτευξη των κριτηρίων του Μάαστριχ, στόχος ήταν και η κινητοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας, η εξασφάλιση ενός σταθερού οικονομικού και πολιτικού περιβάλλοντος με ευρύτερο κλίμα εμπιστοσύνης στις επιχειρήσεις και την κοινωνία, και μέσα από αυτό η ενίσχυση των επενδύσεων (μέσω αξιοποίησης και των κοινοτικών κονδυλίων), της παραγωγικότητας και η σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Στα πλαίσια αυτά η νομισματική και συναλλαγματική πολιτική είχαν ως πρωταρχικό σκοπό τη σταθερότητα και τη στήριξη της αντιπληθωριστικής πολιτικής.
2000-2003: Τα πρώτα χρόνια στο ευρώ
Τη δεύτερη περίοδο της πρωθυπουργίας του (2000-2003) ήταν και τα πρώτα χρόνια της Ελλάδας στο ευρώ. Την 1η Ιανουαρίου 2002 τα τραπεζογραμμάτια και τα κέρματα ευρώ τέθηκαν σε κυκλοφορία ταυτόχρονα με τις υπόλοιπες 11 χώρες.
Επί πρωθυπουργίας Σημίτη κατασκευάστηκαν ή ολοκληρώθηκαν διάφορα έργα υποδομής, τα λεγόμενα «μεγάλα έργα». Ανάμεσα στα έργα που έγιναν ξεχωρίζουν το μετρό της Αθήνας, το τραμ της Αθήνας, το νέο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», η Αττική Οδός (έργο για το οποίο διατυπώθηκαν ενστάσεις σε ότι αφορά το κόστος του και ειδικότερα το τελικό ποσό του 1 τρισ. δρχ. σε σχέση με τα 524 δισ. της αρχικής σύμβασης, η Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου και η Εγνατία Οδός, έργο για το οποίο ασκήθηκε κριτική σε ότι αφορά την τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων.