Αυξήσεις στα τιμολόγια σταθερής και κινητής τηλεφωνίας αλλά και στο Ίντερνετ θα πρέπει να αναμένουν οι συνδρομητές μετά τις εκλογές καθώς η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) «άναψε το πράσινο φως» για την αλλαγή του κανονισμού ώστε να επιτραπεί η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των τιμολογίων.
Ικανοποιείται το αίτημα των παρόχων
Πρόκειται για ένα αίτημα που έχουν υποβάλει εδώ και πολύ καιρό οι πάροχοι τηλεφωνίας επιχειρώντας να μετριάσουν τα αυξημένα ενεργειακά κόστη, αλλά και το ψαλίδισμα των εσόδων τους εξαιτίας του πληθωρισμού.
Κι αυτό διότι αυτό δεν μπορούν να το αποφασίσουν μονομερώς αναπροσαρμογές τιμολογίων, καθώς ο κανονισμός της ΕΕΤΤ προβλέπει ότι οι όροι σε υφιστάμενα συμβόλαια δεν μπορούν να τροποποιηθούν ανατρέποντας τα συμφωνηθέντα καθόλη τη διάρκεια ισχύος του συμβολαίου.
Θα μπορούν να αλλάζουν τις τιμές μία φορά τον χρόνο
Ωστόσο πλέον φαίνεται ότι θα δοθεί η δυνατότητα μία φορά το χρόνο τα τιμολόγια να αναπροσαρμόζονται ανάλογα με το ύψος του πληθωρισμού που θα ανακοινώνει η ΕΛΣΤΑΤ. Οσο για τα υφιστάμενα συμβόλαια, το πιθανότερο είναι να προβλεφθεί δυνατότητα αποχώρησης του συνδρομητή πριν τη λήξη του συμβολαίου χωρίς την πληρωμή ρήτρας πρόωρης αποχώρησης χωρίς αυτό να σημαίνει βεβαίως ότι δε θα βρουν μπροστά τους τον νέο κανονισμό στον επόμενο πάροχο που θα απευθυνθούν.
Η ΕΕΤΤ έλαβε ήδη την απόφαση να θέσει το ζήτημα σε δημόσια διαβούλευση, η οποία αναμένεται να βγει στον αέρα εντός της εβδομάδας. Ωστόσο, τα αποτελέσματά της και ο νέος κανονισμός που θα προκύψει θα έρθουν μετά τις εκλογές καθώς η διάρκεια της διαβούλευσης έχει οριστεί σε 30 ημέρες παρόλο που δεν αποκλείεται να λάβει και μικρή παράταση εφόσον κάτι τέτοιο ζητηθεί από τους ενδιαφερόμενους.
Δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο το κόστος για τον καταναλωτή
Όπως σημειώνουν πηγές της Αρχής, αυτή η δυνατότητα προβλέπεται ήδη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για την Ελλάδα, πάντως, η ΕΕΤΤ δεν έχει καταλήξει ακόμα στο μοντέλο της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής που θα ακολουθηθεί.
Υπό συζήτηση βρίσκεται το ενδεχόμενο ένα ποσοστό της αναπροσαρμογής να εξακολουθήσει να απορροφάται από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους ώστε να μην επιβαρυνθεί με το σύνολο της αύξησης ο συνδρομητής. Ωστόσο, ούτε το τελικό μείγμα της επιβάρυνσης για τον καταναλωτή είναι ακόμα βέβαιο καθώς όλα αυτά θα αποσαφηνιστούν κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης.
Αυτό, το οποίο είναι βέβαιο όμως είναι πως οι χρήστες θα έχουν μία ακόμα επιβάρυνση την ώρα που το εισόδημά τους συμπιέζεται από παντού χωρίς μάλιστα να αναπροσαρμόζεται τιμαριθμικά για τους περισσότερους.
Η πρόθεση των εταιριών είχε διαφανεί εδώ και μήνες με στελέχη να επισημαίνουν ότι είχαν ήδη προσεγγίσει την ΕΕΤΤ ώστε να συζητηθεί μία αλλαγή στον κανονισμό αδειών, η οποία θα δίνει τη δυνατότητα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των τιμολογίων χωρίς αυτή να θεωρείται καθαρή αύξηση.
Σε συνάντηση με δημοσιογράφους στα τέλη του 2022 ο διευθύνων σύμβουλος της Vodafone Ελλάδας, Χάρης Μπρουμίδης είχε αναφερθεί στο αυξημένο κόστος λειτουργίας των τηλεπικοινωνιακών εταιριών.
«Το κόστος λειτουργίας των τηλεπικοινωνιακών εταιριών, οι οποίες εκ φύσεως είναι πολύ ενεργοβόρες είναι πολύ αυξημένο. Όλο το δίκτυο καταναλώνει ενέργειά, άρα υπάρχει ένα κόστος πολύ ανεβασμένο. Ταυτόχρονα ήδη έχουμε δει ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις σε όλα τα υλικά, τα οποία χρησιμοποιούμε. Για παράδειγμα, μόνο στις οπτικές ίνες το κόστος σε κάποιες περιοχές έχει αυξηθεί κατά 80% και βέβαια υπάρχει και το εργασιακό κόστος καθώς σε ένα περιβάλλον πληθωρισμού 10%, 11% ή 9% πρέπει να γίνουν αυξήσεις μισθολογικές ιδιαίτερα στους πιο χαμηλόμισθους έτσι ώστε να ανταποκριθούν οι άνθρωποί μας στο αυξημένο κόστος διαβίωσης», είχε αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος μάλιστα είχε εκτιμήσει ότι το τριπλό χτύπημα ενέργειας, πληθωριστικών πιέσεων και αυξημένου μισθολογικού κόστους θα κόστιζε το 2023 μόνο στη Vodafone Ελλάδας 60 εκ. ευρώ.
Ακριβό το Ίντερνετ στην Ελλάδα
Επιπλέον η χώρα μας συγκαταλέγεται εδώ και χρόνια μεταξύ των κρατών με τα ακριβότερα τιμολόγια για τη σύνδεση στο Διαδίκτυο. Αν και οι τιμές είναι σχετικά βελτιωμένες συγκριτικά με παλαιότερες εποχές, παραμένουν υψηλότερες σε σχέση με πολλές άλλες χώρες της Ε.Ε.
Όπως διαπίστωνε και ο ευρωπαϊκός δείκτης Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) 2022, η χώρα μας μαζί με την Αυστρία τείνουν να έχουν πιο ελκυστικές τιμές στα πακέτα χαμηλότερων ταχυτήτων, αλλά εξακολουθούν να συγκαταλέγονται μεταξύ των χωρών με τις υψηλότερες τιμές όσον αφορά στις ταχύτητες άνω των 100 Mbps. Κι αυτό την ώρα μάλιστα που σε ό,τι αφορά το Ίντερνετ μόλις ένα στα πέντε νοικοκυριά έχει πρόσβαση σε πολύ υψηλές ταχύτητες (VHCN), σύμφωνα με τον ίδιο δείκτη.
Βάσει των στοιχείων, στη σταθερή ευρυζωνικότητα οι τιμές στην Ελλάδα είναι ελαφρώς αυξημένες συγκριτικά με τον ευρωπαικό μέσο όρο, ενώ διαφορετικό μοντέλο από την υπόλοιπη Ευρώπη εμφανίζουν οι τιμές στην κινητή ευρυζωνικότητα, καθώς όπως επισημαίνεται στη μελέτη: «ενώ οι καταναλωτές που αναζητούν δεδομένα κινητής 20 GB και 100 κλήσεις βρίσκουν προσφορές τουλάχιστον διπλάσιου κόστους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όσοι αναζητούν δεδομένα 5 GB χωρίς κλήσεις βρίσκουν τιμές πολύ χαμηλότερες του ευρωπαϊκού μέσου όρου».
Ως προς το σύνολο των πακέτων ευρυζωνικότητας που εξετάζονται από τον δείκτη, ενώ η Ρουμανία, η Λιθουανία και η Βουλγαρία έχουν τις χαμηλότερες τιμές, το Βέλγιο, η Κροατία και η Ελλάδα έχουν τις ακριβότερες.
πηγή: ethnos.gr