Οι τράπεζες παγκοσμίως – αλλά ειδικά στην Ευρώπη – εμφανίζουν σήμερα πολύ υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας και πολύ χαμηλότερη έκθεση σε «τοξικά» προϊόντα και σύνθετες τιτλοποιήσεις υψηλού ρίσκου σε σχέση με το 2008.
Στα σχεδόν 15 χρόνια που πέρασαν από την κατάρρευση της Lehman Brothers – και αφού έλαβαν κρατική χείρα βοηθείας – «πάλεψαν» με τα μηδενικά, ακόμη και αρνητικά επιτόκια, αλλά πολύ περισσότερο είχαν να παλέψουν με την εμπλοκή τους σε σκάνδαλα χειραγώγησης επενδυτών, υποθέσεις διαφθοράς και ξεπλύματος χρήματος, παραβιάσεις κυρώσεων κατά χωρών που βρίσκονται στη «μαύρη λίστα» της Δύσης. Ακόμη και οι πιο σκανδαλώδεις νομικές περιπέτειές τους – η Credit Suisse και η Deutsche Bank είναι γεμάτες από τέτοιες- μπορεί να τις λύγισαν, αλλά δεν τις έσπασαν.
Ούτε καν οι αλλεπάλληλες κρίσεις που εκτίναξαν τα κόκκινα δάνεια τις οδήγησαν στον γκρεμό. Πώς λοιπόν ξαφνικά σήμερα – ενώ έχουν επιστρέψει σε κερδοφορία και έχουν αφήσει πίσω τους τα σκάνδαλα – έγιναν ο πιο ευάλωτος στόχος των αγορών; Τι είναι αυτό που προκαλεί την τραπεζική αναταραχή και ξυπνάει τις μνήμες του 2008; Τι έχουν να φοβούνται οι τράπεζες;
Ο μεγαλύτερος φόβος τους θα πρέπει να είναι… ο φόβος των επενδυτών, απαντούν οι αναλυτές. Είναι αυτός που ξυπνάει την ψυχολογία της αγέλης και οδηγεί σε μαζικές ρευστοποιήσεις. Όταν ο πανικός κυριαρχεί, οι επενδυτές δεν βλέπουν θετικά στοιχεία, εστιάζουν στα ευάλωτα. Και ακόμη και τραπεζικοί κολοσσοί όπως η Deutsche Bank έχουν τρωτά σημεία. Αυτό δεν σημαίνει ότι η κορυφαία γερμανική τράπεζα θα έχει την τύχη της Credit Suisse ή της αμερικανικής SVB. Σημαίνει όμως ότι η αιφνίδια επίθεση που δέχθηκε την περασμένη Παρασκευή στις αγορές θα μπορούσε να έχει συνέχεια.
Τι συμβαίνει στις αγορές;
Οι επενδυτές ανησυχούν για την υγεία του τραπεζικού τομέα μετά την ξαφνική κατάρρευση των Silicon Valley Bank, Silvergate Capital Corp. και Signature Bank στις ΗΠΑ και την αναγκαστική εξαγορά της ελβετικής Credit Suisse Group AG από την ανταγωνίστρια UBS Group AG (με κρατικό δεκανίκι).
Η απότομη πτώση των παραπάνω έδειξε πόσο ευάλωτες είναι οι τράπεζες σε ξαφνικές αλλαγές εμπιστοσύνης και δη στην εποχή του online banking, στην οποία τα πάντα γίνονται με ασύλληπτες ταχύτητες και των social media, στα οποία φήμες και σενάρια μεταδίδονται σε ένα τεράστιο κοινό.
Το χτύπημα στα ομόλογα ΑΤ1, που αυξάνεται το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών σε όλη την Ευρώπη, αλλά και η έντονη πίεση που δέχονται οι περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ από τα υψηλά επιτόκια (εξαιτίας της έκθεσής τους σε κρατικά ομόλογα) είναι επιπλέον παράγοντες ανησυχίας.
Γιατί η Deutsche Bank είναι σημαντική;
Είναι ο μεγαλύτερος πιστωτής της Γερμανίας, με συνολικό ενεργητικό περίπου 1,337 τρισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του περασμένου έτους. Απασχολεί σχεδόν 85.000 υπαλλήλους σε 58 χώρες και είναι μία από τις 30 παγκόσμιες συστημικά σημαντικές τράπεζες τις οποίες οι ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν πιο στενά, προκειμένου να διαφυλάξουν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Όπως οι κολοσσοί της Wall Street, JPMorgan Chase, Citigroup, η Deutsche Bank είναι μια τράπεζα που κάνει τα πάντα:, από δανεισμό σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, έως συμβουλές για εταιρικές συγχωνεύσεις και διαπραγμάτευση τίτλων για μεγάλους επενδυτές.
Γιατί τη χτυπούν;
Από το 2018, η Deutsche Bank διευθύνεται από τον Christian Sewing, «έναν άνθρωπο με βαθύ υπόβαθρο στον έλεγχο των κινδύνων και τη λιανική τραπεζική. Υπό τον κ. Sewing, η τράπεζα φαίνεται να έχει γίνει πιο κερδοφόρα και λιγότερο επιρρεπής σε ατυχήματα» γράφει η WSJ.
Πέρυσι είχε τα υψηλότερα κέρδη από το 2007. Η τράπεζα έχει επίσης δημιουργήσει μεγάλα κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας, με τον δείκτη CET1 στο 13,4%.
«Για να είμαστε ξεκάθαροι, η Deutsche ΔΕΝ είναι η επόμενη Credit Suisse», έγραψαν οι αναλυτές της Autonomous Research, Stuart Graham και Leona Li, σε σημείωμα την Παρασκευή. Η τράπεζα είναι σταθερά κερδοφόρα, έχει τους ισχυρότερους δείκτες κεφαλαίου από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και έχει χαμηλότερο κίνδυνο επιτοκίου από ορισμένες περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ, εξήγησαν.
«Μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, η αμφιβολία εξαπλώθηκε και σε άλλες τράπεζες των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της First Republic, ακόμη και πέρα από τον Ατλαντικό μέχρι την Credit Suisse. Ενώ οι κίνδυνοι της Deutsche Bank δεν μοιάζουν με εκείνους της Credit Suisse ή της Silicon Valley Bank, η μετάδοση είναι μια υπενθύμιση ότι ο ίδιος ο φόβος μπορεί να είναι μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία στον τραπεζικό τομέα» προειδοποιεί ο αναλυτής Stephen Wilmot. «Υπάρχει μία μετάδοση του φόβου. Σήμερα είναι η Deutsche Bank, αύριο ίσως κάποιος άλλος», σχολιάζει και ο Louis Navellier, επικεφαλής επενδύσεων της Navellier & Associates.
ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr