Σημάδια ανάκαμψης δείχνει η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου, η οποία προβλέπεται να επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα, αγγίζοντας τους 3.000 – 3.200 χιλιάδες τόνους.
Τα μειωμένα αποθέματα τέλους της εμπορικής περιόδου 2023/24 αναμένεται να επαρκέσουν έστω και οριακά σαν «γέφυρα» για την απαρχή των φρέσκων ελαιολάδων της νέας εσοδείας χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις στις αγορές, αλλά και επιβραδύνοντας το ρυθμό υποχώρησης των τιμών.
Στα παραπάνω συμπεράσματα καταλήγει η Επιστημονική Εταιρεία Εγκυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας (4Ε), ένας φορέας από Έλληνες επιστήμονες και ανθρώπους της αγοράς με εξειδίκευση την ελαιοπαραγωγή, τονίζοντας ωστόσο ότι οι προβλέψεις αφορούν την καλλιεργητική περίοδο, που δεν θα διαταραχθεί από απρόοπτα καιρικά φαινόμενα.
Αν και οι παραγωγές ορισμένων ελαιοπαραγωγικών χωρών αναθεωρούνται, η βασική εικόνα της ισπανικής και της παγκόσμιας παραγωγής θα παραμείνει στο ίδιο επίπεδο
Ταυτόχρονα, όπως επισημαίνουν, ο Σεπτέμβριος, με τις αναμενόμενες ευεργετικές κατά τα άλλα βροχές μπορεί να προκαλέσει εκτεταμένη δακοπροσβολή στους ελαιώνες γι’ αυτό και απαιτείται η εγρήγορση των ελαιοπαραγωγών, σε συνεργασία με τους γεωπόνους και τις αρμόδιες ΔΑΟΚ.
Οι νέες προβλέψεις
Εκατό ημέρες μετά τις πρώτες της εκτιμήσεις για την παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου της νέας εσοδείας 2024/25, και επανεξέταση των δεδομένων το συμπέρασμα της 4Ε είναι ότι αν και οι παραγωγές ορισμένων ελαιοπαραγωγικών χωρών αναθεωρούνται, η βασική εικόνα της ισπανικής και της παγκόσμιας παραγωγής θα παραμείνει στο ίδιο επίπεδο.
Συγκεκριμένα, η εκτιμώμενη παραγωγή ελαιολάδου εσοδείας 2024/25 (ποσότητες σε χιλιάδες τόνους) έχει ως εξής:
- Ισπανία 1.300 – 1.500
- Τουρκία 300 – 320
- Ελλάδα 230 – 290 (250)
- Τυνησία 260 – 280
- Ιταλία 180 – 200
- Πορτογαλία 160 – 180
- Μαρόκο 110 – 140
- Συρία 90 – 100
- Λοιπές 550 – 650
- Εκτίμηση παγκόσμιας παραγωγής 3.000 – 3.200
«Μετά από τρία ταραγμένα χρόνια ξηρασίας και αντίξοων καιρικών συνθηκών, η παγκόσμια παραγωγή αναμένεται -εκτός καταστροφικού συγκλονιστικού απροόπτου της τελευταίας στιγμής- να επανέλθει στα φυσιολογικά της επίπεδα», εκτιμά η 4Ε.
Υποχώρηση των τιμών ελαιολάδου
Λογικά, λοιπόν, οι τιμές πρώτης ύλης (χονδρική, βυτίου ex-work) αναμένεται να υποχωρήσουν, ιδίως όσο θα ξαναγεμίζουν οι δεξαμενές των ελαιοτριβείων, του εμπορίου και της βιομηχανίας τυποποίησης μετά τον Δεκέμβριο 2024.
Μία τιμή παραγωγού μεταξύ των 5 ευρώ/κιλό – 5,5 ευρώ/κιλό για τα μέσης ποιότητας έξτρα παρθένα θα μπορούσε να θεωρηθεί «λογική» υπό τις παραπάνω συνθήκες. Ενδεικτικά, η τιμή παραγωγού (βυτίο στην πόρτα του ελαιοτριβείου) ξεκίνησε από 9 ευρώ/κιλό και έφτασε να πωλείται στα 7 ευρώ/κιλό – 7,5 ευρώ/κιλό
Το μεγάλο «στοίχημα» για το ελαιόλαδο
Ωστόσο, ο κύριος προσδιοριστικός παράγοντας αναμένεται να αποδειχθεί η κατανάλωση. Τις δύο τελευταίες εμπορικές περιόδους η εκτόξευση των τιμών των ελαιολάδων οδήγησε ένα σημαντικό τμήμα της κατανάλωσης ελαιολάδου, μεταξύ 30 και 40%, να «μεταναστεύσει» σε ανταγωνιστικά σπορέλαια ή και να περιορίσει τις διάφορες χρήσεις στη μαζική αλλά και στην οικιακή εστίαση.
Το μεγάλο «στοίχημα» του ελαιολάδου, σύμφωνα με την Επιστημονική Εταιρεία Εγκυκλοπαιδιστών Ελαιοκομίας (4Ε), είναι να επανακάμψει αυτή η κατανάλωση όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Διαφορετικά η ανισορροπία με το πλεόνασμα της προσφοράς θα τείνει να πιέζει πτωτικά τις τιμές παραγωγού. Γι’ αυτό λοιπόν η αποκλιμάκωση των τιμών στα ράφια των αλυσίδων λιανικής, όπως και οι δράσεις προώθησης της κατανάλωσης είναι ζωτικής σημασίας για την ισορροπία όλου του κλάδου και προς το συμφέρον και των ελαιοπαραγωγών.
Το ελαιόλαδο αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 1,5% της παγκόσμιας παραγωγής και κατανάλωσης ελαίων και λιπών. Ως εκ τούτου, η συνεργασία μεταξύ όλων των ελαιοπαραγωγικών χωρών, των εμπλεκομένων της αλυσίδας αξίας και των επιστημόνων είναι ζωτικής σημασίας, τονίζει η 4Ε.