Την κατάργηση του τέλους συνδρομητικής τηλεόρασης αλλά και εκείνων που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες συνδέσεων και προγραμμάτων στη σταθερή και στην κινητή τηλεφωνία αντίστοιχα ζητούν οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι της χώρας, υποστηρίζοντας ότι είναι απαραίτητος ο εξορθολογισμός της έμμεσης φορολογίας προκειμένου να αυξηθεί ο ανταγωνισμός και να μειωθεί το κόστος που πληρώνουν οι Έλληνες καταναλωτές για τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες.
Το αίτημα διατυπώνεται σε επιστολή της Ένωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας (ΕΕΚΤ) προς τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών, Κωστή Χατζηδάκη και τον υφυπουργό αρμόδιο για τη φορολογική πολιτική, Χάρη Θεοχάρη με κοινοποίηση στον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Δημήτρη Παπαστεργίου. Υπενθυμίζεται ότι στην ΕΕΚΤ συμμετέχουν οι τρεις μεγαλύτεροι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι της χώρας (Cosmote, Vodafone, Nova).
Η πρόταση που διατυπώνεται στην επιστολή αφορά στην κατάργηση του τέλους (10%) στις υπηρεσίες συνδρομητικής τηλεόρασης, του τέλους (5%) συνδρομητών σταθερής τηλεφωνίας για συνδέσεις από 100Mbps και άνω, καθώς και του τέλους (10%) κινητής τηλεφωνίας για συνδρομητές σε προγράμματα με απεριόριστες παροχές (unlimited που περιλαμβάνουν (και) δεδομένα).
Παράγοντες της τηλεπικοινωνιακής αγοράς επισημαίνουν ότι σε σχέση με το παρελθόν υπάρχει μία διαφοροποίηση δεδομένου ότι δεν ζητείται η κατάργηση όλων των τελών που αφορούν τις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες στη σταθερή και στην κινητή τηλεφωνία αλλά μόνο εκείνων που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες συνδέσεων και προγραμμάτων.
Όσον αφορά το τέλος συνδρομητικής τηλεόρασης αποτελεί τα τελευταία χρόνια ένα πάγιο αίτημα με τους παρόχους να υποστηρίζουν ότι ο συγκεκριμένος φόρος δημιουργεί θέματα αθέμιτου ανταγωνισμού, καθώς διεθνείς συνδρομητικές υπηρεσίες δεν χρειάζεται να το επιβάλλουν στους εγχώριους συνδρομητές τους.
Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο ότι έχουν υπάρξει πληροφορίες ότι Cosmote και Nova έχουν εξετάσει το ενδεχόμενο μεταφοράς εκτός Ελλάδας της έδρας των εταιρειών τους που προσφέρουν υπηρεσίες συνδρομητικής τηλεόρασης ακριβώς για αυτό το λόγο.
Επίσης, σημειώνεται ότι αν ληφθεί υπόψη και ο ΦΠΑ, η συνολική έμμεση φορολογία σε όλες τις άνω υπηρεσίες ανέρχεται σε ποσοστό άνω του 30%, ποσοστά που συναντάμε «μόνο σε προϊόντα όπως τα καύσιμα ή ο καπνός και τα ποτά, η χρήση των οποίων έχει επιβλαβείς συνέπειες στην υγεία και το περιβάλλον».
Αξίζει να αναφερθεί ότι το τέλος κινητής τηλεφωνίας χρονολογείται από το 1998 και είχε επιβληθεί με τη δικαιολογία ότι το κινητό τηλέφωνο ήταν «είδος πολυτελείας». Κάτι που προφανώς έχει αλλάξει πλέον.
Σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία που περιλαμβάνονται στην επιστολή, τα συνολικά έσοδα του δημοσίου από τις υπηρεσίες για τις οποίες προτείνεται η κατάργηση του ειδικού τέλους ανέρχονται σε 87 εκατ. ευρώ, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο προϋπολογισμός του 2024 κάνει λόγο για συνολικά έσοδα 244 εκατ. ευρώ από τα τέλη στις τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες.
Ενδιαφέρον έχει πάντως η χρονική στιγμή που αποστέλλεται η συγκεκριμένη επιστολή με την κυβέρνηση να πιέζει τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους για επιτάχυνση των επενδύσεων σε υποδομές οπτικών ινών μέχρι το σπίτι (FTTH) προκειμένου η χώρα να ενισχύσει τους δείκτες της όσον αφορά στην αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών.
Μάλιστα, πρόσφατα υπήρξε συνάντηση του υπουργού Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Δημήτρη Παπαστεργίου με τους επικεφαλής των τηλεπικοινωνιακών παρόχων όπου συζητήθηκε το συγκεκριμένο θέμα.
Με τους παρόχους να ζητούν από την πλευρά τους μία σειρά από κινήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων και της κατάργησης των τελών. Θέμα που δεν είναι, όμως, αρμοδιότητα του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης αλλά του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.