Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έπρεπε να περιορίσει την πρόσβαση του κοινού σε ορισμένες λεπτομέρειες και ρήτρες των συμβολαίων αγοράς εμβολίων κατά της Covid-19 στη διάρκεια της πανδημίας, αποφάνθηκε σήμερα το Δικαστήριο της ΕΕ.
Μεταξύ των «πλημμελειών» που αναφέρονται είναι κυρίως η «μερική» άρνηση να αποκαλυφθούν οι δηλώσεις περί απουσίας σύγκρουσης συμφερόντων των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είχαν επιφορτιστεί με τη διαπραγμάτευση των αγορών αυτών με τις φαρμακευτικές εταιρίες.
«Η Επιτροπή δεν έδωσε στο κοινό αρκετά μεγάλη πρόσβαση στα συμβόλαια αγοράς εμβολίων κατά της Covid-19», εκτιμά σε μια ανακοίνωση το δικαστήριο που εδρεύει στο Λουξεμβούργο.
Στο δικαστήριο είχαν προσφύγει μία ομάδα ευρωβουλευτών και ιδιώτες.
Αυτοί είχαν ζητήσει αρχικά από την Επιτροπή το 2021 να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα που θα τους επέτρεπαν να κατανοήσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις των αγορών εμβολίων και «να βεβαιωθούν πως διασφαλιζόταν η προστασία του δημόσιου συμφέροντος», αναφέρει η ανακοίνωση.
Είχαν στηριχθεί σε έναν ευρωπαϊκό κανονισμό του 2001 σχετικά με την πρόσβαση του κοινού σε έγγραφα των τριών μεγάλων θεσμών της ΕΕ (Κοινοβούλιο, Συμβούλιο και Επιτροπή).
Οι επιφυλάξεις της Επιτροπής -η οποία αποδέχθηκε μόνο «μερική πρόσβαση» στα έγγραφα, «που αναρτήθηκαν σε αποκαθαρμένες εκδοχές» έπεισαν στη συνέχεια τους ενάγοντες να προσφύγουν στη δικαιοσύνη.
Σήμερα, σε δύο αποφάσεις, οι Ευρωπαίοι δικαστές δικαίωσαν εν μέρει τους ενάγοντες, ακυρώνοντας τις αποφάσεις της Επιτροπής κατά το μέρος που περιέχουν πλημμέλειες.
Αυτές οι αγορές εμβολίων κατά της Covid ανάγονται στο 2020 και το 2021. Επρόκειτο για ομαδικές αγορές που διαπραγματεύθηκε η Επιτροπή για λογαριασμό των 27 χωρών μελών.
Το δικαστήριο υπενθυμίζει πως γρήγορα μετά την άφιξη της πανδημίας στο ευρωπαϊκό έδαφος την άνοιξη του 2020, «περίπου 2,7 δισ. ευρώ αποδεσμεύθηκαν προκειμένου να γίνει παραγγελία άνω του ενός δισεκατομμυρίου δόσεων εμβολίων».
Η πλειονότητα και πλέον των δόσεων αγοράστηκαν ή κρατήθηκαν από την αμερικανογερμανική Pfizer/BioNTech, όμως άλλες πέντε εταιρίες είδαν τα εμβόλιά τους να εγκρίνονται από την ευρωπαϊκή ρυθμιστική αρχή (Moderna, AstraZeneca, Janssen, Novavax και Valneva).
Το δικαστήριο αποφάνθηκε επίσης πως η Επιτροπή δεν κατέδειξε ότι η πρόσβαση σε ορισμένες ρήτρες των συμβολαίων θα είχε υπονομεύσει το εμπορικό συμφέρον των εμπλεκομένων εταιριών.
Ανέφερε πως η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε δώσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις δηλώσεις των μελών της ομάδας που διαπραγματεύθηκε τα συμβόλαια (ώστε να καταδειχθεί) ότι δεν είχαν σύγκρουση συμφερόντων.”Η Επιτροπή δεν έλαβε επαρκώς υπόψη όλες τις σχετικές περιστάσεις προκειμένου να σταθμίσει ορθά τα υπό εξέταση συμφέροντα”, ανέφερε το δικαστήριο.
Παράλληλα με πολλές προσφυγές στη δικαιοσύνη της ΕΕ για έλλειψη διαφάνειας, η ευρωπαϊκή εισαγγελία ξεκίνησε από την πλευρά της έρευνα τον Οκτώβριο του 2022 για τις αγορές αυτές.
Ένα χρόνο νωρίτερα, είχε ξεσπάσει έντονη πολεμική μετά την αποκάλυψη των New York Times μιας ανταλλαγής μηνυμάτων SMS ανάμεσα στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer Άλμπερτ Μπουρλά. Ενώ, απέναντι στην άρνηση που αντέταξαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής σε δημοσιογράφο που ζητούσε να μάθει το περιεχόμενο αυτών των κειμένων, η διαμεσολαβήτρια της ΕΕ είχε επικρίνει το καλοκαίρι του 2021 τη στάση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
ΑΘΗΝΑ 984/ ΑΠΕ-ΜΠΕ