Το δέκατο album της Madeleine Peyroux, αναμφίβολα το πιο ώριμο αλλά και με περισσότερη αυτοπεποίθηση μέχρι τώρα, ολοκληρώνει με τον καλύτερο τρόπο τον πρώτο κύκλο της διαδρομής της και προετοιμάζει τον δεύτερο.
Η Madeleine Peyroux είχε μια ασυνήθιστη, αν όχι παράξενη, παιδική και εφηβική ηλικία που σε πολύ μεγάλο βαθμό καθόρισε τη μουσική διαδρομή της. Παιδί μποέμ γονέων όπως τους περιγράφει η ίδια, γεννήθηκε στην Αθήνα της Τζόρτζια των ΗΠΑ αλλά μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη και την Καλιφόρνια. Στη μεγάλη δισκοθήκη του πατέρα της οφείλει την αγάπη της για τη μουσική αλλά και το εύρος των ακουσμάτων της, ενώ το γιουκαλίλι της μητέρας της ήταν το πρώτο όργανο που έμαθε να παίζει.
Όταν ήταν δέκα τριών ετών οι γονείς της πήραν διαζύγιο και μετοίκισε με την μητέρα της στη Γαλλία όπου έζησαν στο Παρίσι μέχρι το τέλος περίπου της εφηβείας της. Σύντομα άρχισε να ερμηνεύει jazz και blues τραγούδια στους δρόμους του Παρισιού συνοδεύοντας τη φωνή της μόνο με την κιθάρα της. Τότε ήταν που την πρόσεξε ο Dan William Fitzgerald, Αμερικανός μουσικός που ζούσε και εργαζόταν στην Ευρώπη με το συγκρότημα του, τους Lost Wandering Blues And Jazz Band και την πήρε υπό την αιγίδα του.
Ο Dan William Fitzgerald – γνωστός ως Showman Dan – ήταν ο μέντορας της Madeleine Peyroux. Μαζί του έκανε τις πρώτες επαγγελματικές ζωντανές εμφανίσεις και δεν είναι καθόλου συμπτωματικό ότι όταν πέθανε το 2017 τον τίμησε γράφοντας ένα κεφάτο τραγούδι, όπως ταίριαζε στην πληθωρική προσωπικότητα του στη σκηνή, το «Showman Dan» που περιλαμβάνεται στο «Let’s Walk».
Δίπλα στον Fitzgerald επίσης έμαθε πληρέστερα και σε μεγαλύτερο βάθος την αφροαμερικανική μουσική, jazz, blues αλλά και soul, που όπως λέει η ίδια ήταν πάντα η βάση της και ιδιαίτερα η Nina Simone, ο Louis Armstrong και η Marian Anderson. Η μία και στερεότερη βάση της ακριβέστερα γιατί η άλλη είναι οι Μεγάλοι Αφηγητές της αμερικανικής μουσικής, πρώτιστα ο Leonard Cohen τον οποίο πραγματικά λατρεύει, ο Bob Dylan αλλά και ο Tom Waits. Τραγούδια και των τριών ερμηνεύει συχνά στις συναυλίες της.
Το πρώτο της album «Dreamland» κυκλοφόρησε το 1996 και κέρδισε αμέσως την εκτίμηση κριτικών αλλά και κοινού με το ευφυές και καλόγουστο αμάλγαμα jazz, folk και ποπ, την ευρύτητα της θεματολογίας αλλά και το βάθος των στίχων της και φυσικά την υπέροχη φωνή της. Αυτή η φωνή όμως αποδείχθηκε κα πρόβλημα καθώς την κούρασε τόσο με τις πάρα πολλές συναυλίες ώστε κατέληξε να την φθείρει. Χρειάστηκε να κάνει εγχείρηση και στη συνέχεια να ξαναμάθει να τραγουδά, μια μακρά και επώδυνη διαδικασία που στη διάρκεια της σκέφτηκε ακόμα και να εγκαταλείψει την ερμηνεία και να επικεντρωθεί μόνο στην δημιουργία. Ευτυχώς η φωνή της αποκαταστάθηκε απόλυτα αλλά για να γίνει αυτό πέρασαν οκτώ χρόνια με αποτέλεσμα το δεύτερο album της «Careless Love» να κυκλοφορήσει το 2004.
Ο προηγούμενος δίσκος της «Anthem» κυκλοφόρησε το ’18. Ακολούθησε φυσικά η πανδημία και η καραντίνα που, όπως και σε πολλούς/ές άλλους/ες μουσικούς, της έδωσε την ευκαιρία να σκεφτεί πολύ, να αναστοχαστεί πάνω στην μέχρι τότε διαδρομή της αλλά φυσικά και να γράψει νέα τραγούδια με διαφορετικό τρόπο από ό,τι στο παρελθόν και επενδύοντας πολύ περισσότερο χρόνο σε αυτά.
Για τον σκοπό αυτό συνεργάστηκε για μιαν ακόμα φορά με τον Jon Herington, μουσικό που παίζει πολλά όργανα και ανέλαβε να ολοκληρώνει τις συνθετικές ιδέες της και όλες τις ενορχηστρώσεις. Όταν ο Elliott Scheiner (ειδικός του λεγόμενου «ήχου της Καλιφόρνια» που, ανάμεσα σε άλλους, έχει συνεργαστεί με τους Fleetwood Mac και τους Eagles) άκουσε τα πρώτα δείγματα του νέου υλικού τους είπε ότι, αντίθετα με άλλα albums της, δεν χρειάζονταν διασκευές και φυσικά ανέλαβε την παραγωγή.
Όπως λέει η Madeleine Peyroux στην δημιουργία αλλά και την υλοποίηση του «Let’s Walk» επηρεάστηκε πάρα πολύ από τα κείμενα του Αφροαμερικανού συγγραφέα Cornel West (ο οποίος αποκαλεί τους Αφροαμερικανούς μουσικούς «μαχητές της αγάπης») ενώ πηγή έμπνευσης, ανάμεσα σε άλλες, ήταν η απομόνωση και η συνολική συνθήκη της πανδημίας. Ετσι το album έχει ένα έντονο κοινωνικό, ακόμα και πολιτικό αποτύπωμα.
Αυτό είναι ήδη ορατό από το πρώτο τραγούδι, το «Find True Love», που οδυνηρή πηγή έμπνευσης του ήταν η ρατσιστική δολοφονία του George Floyd αλλά και της Breonna Taylor και του Ahmad Arbery στη συνέχεια, όλες το 2020, που όπως λέει «ήταν μια χρονιά αφύπνισης για εμένα». Το συνέλαβε σαν ένα νοητό ταξίδι ίασης με πρώτο σταθμό την Νέα Ορλεάνη ενώ κάθε κουπλέ τελειώνει με μια αληθινά συγκλονιστική φράση του Cornel West, πρέπει να μάθεις πώς να πεθαίνεις. Οι ρατσιστικές δολοφονίες είναι όμως το θέμα και του «How I Wish».
Το «Nothing Personal» έχει για θέμα την σεξουαλική παρενόχληση που την αφορά προσωπικά καθώς την έχει υποστεί και η ίδια ενώ το spoken word «Take Care» που κλείνει τον δίσκο είναι μια προτροπή στο να τρεφόμαστε υγιεινά και γενικότερα να προσέχουμε την υγεία μας, το απαραίτητο εφόδιο για κάθε αγώνα στη ζωή.
Δεν λείπει όμως κα το χιούμορ όπως στο latin «Me And The Mosquito» – βασισμένο στο «Fly Trouble» του Hank Williams – που μιλάει για το πόσο μεγάλο βάσανο μπορεί να είναι ένα…κουνούπι! Το με γαλλικούς στίχους «Et Puis» μιλά με χιουμοριστικό τρόπο για ένα σοβαρό θέμα, κάτι που είχε παρατηρήσει κατά την διάρκεια της παραμονής της στο Παρίσι, το ότι πλούσιοι/ες Γάλλοι/ίδες έκαναν δώρο στα παιδιά τους για την ενηλικίωση τους διαμερίσματα, με την ίδια ταυτόχρονα να απορεί για το ότι τα εν λόγω παιδιά δεν αντιλαμβάνονται το πόσο προνομιούχα είναι και να αγανακτεί για το πόσο κοινωνικά άδικο είναι αυτό.
Με τα δέκα τραγούδια του «Let’s Walk» η Madeleine Peyroux που τον Απρίλιο συμπλήρωσε τα πενήντα χρόνια της καταθέτει τολμηρά τις σκέψεις, τα συναισθήματα αλλά και την άποψη της για τον κόσμο και την ζωή σήμερα. Μια άποψη που συνοψίζεται με τον καλύτερο τρόπο στο κατά βάση gospel – ακόμα και στα call and response θαυμάσια δεύτερα γυναικεία φωνητικά – ομότιτλο τραγούδι που, όπως λέει, της ήρθε ολόκληρο σε ένα όνειρο και μιλάει για «συντονισμένες πορείες για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε όλο τον κόσμο».
Ας ανυψώσουμε τα θνητά σώματα μας
Εκεί που θα πάνε οι καρδιές και τα μυαλά μας
Ας βαδίσουμε, ας προχωρήσουμε…
Πηγή::https://www.ogdoo.gr/diskografia/nees-kyklofories/madeleine-peyroux-let-s-walk