Αυστηρή απάντηση σε όσους επικρίνουν την κυβερνητική πολιτική αναφορικά με τον ελληνοτουρκικό διάλογο, έδωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τις Βρυξέλλες, στην συνέντευξη τύπου που παραχώρησε χθες βράδυ, μετά τη λήξη της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα- «και σε αυτό στηρίζω απόλυτα τον Υπουργό Εξωτερικών», ανέφερε χαρακτηριστικά- θα εξακολουθεί να συνομιλεί με την Τουρκία, όπως το έχουμε ήδη κάνει.
«Έχω συναντηθεί έξι φορές με τον κ. Ερντογάν, αυτό δεν σημαίνει ότι έχουμε συμφωνήσει ή ότι είμαστε κοντά σε μία συμφωνία για τα ζητήματα των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι «έχουμε πολύ δρόμο ακόμα να διανύσουμε για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο».
Διαμήνυσε παράλληλα ότι «σήμερα η Ελλάδα είναι σε θέση να συζητά με την Τουρκία πολιτισμένα, αλλά και σε μία θέση πολύ πιο ισχυρή απ’ ό,τι ήταν το 2019».
«Το ό,τι το συζητάμε δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε. Ούτε ξεπουλάμε, ούτε προδίδουμε κανέναν», πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός χρησιμοποίησε σκληρή γλώσσα «προς όλους αυτούς οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους πιο πατριώτες από ότι είμαστε όλοι εμείς», σχολιάζοντας μάλιστα πως «υποψιάζομαι ότι σε μία πραγματική κρίση θα ήταν οι πρώτοι που θα έβαζαν την ουρά στα σκέλια».
Ο κ. Μητσοτάκης έκανε λόγο για «πολλές εξαιρετικά ακραίες φωνές στην Ελλάδα, από κόμματα τα οποία βρίσκονται στα δεξιά της ΝΔ και από διάφορα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία περίπου κατηγορούν την κυβέρνηση, εμένα, τον υπουργό Εξωτερικών, ότι είμαστε «μειοδότες», γιατί συζητάμε με την Τουρκία».
«Αναρωτιέμαι: πού ήταν όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες όταν εμείς προστατεύαμε τα σύνορα της Ελλάδος στον Έβρο; Πού ήταν όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες όταν εμείς επεκτείναμε τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια στο Ιόνιο; Όταν υπογράφαμε την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη με την Αίγυπτο, δημιουργώντας κυριαρχικά δικαιώματα με τη βούλα, με το νόμο; Πού ήταν όλοι αυτοί οι υπερπατριώτες όταν αγοράζαμε τις Belh@rra, τα Rafale; Όταν κάναμε την παραγγελία για τα F-35», σημείωσε ο πρωθυπουργός και επισήμανε ότι έχει μιλήσει και στο παρελθόν για «πατριώτες της φακής».
Ο κ. Μητσοτάκης διαχώρισε πάντως τον Αντώνη Σαμαρά- για τον οποίο ανέφερε ότι « οι απόψεις του είναι σεβαστές»- από τις υπόλοιπες φωνές που ακούγονται γα το ζήτημα αυτό. Έδωσε όμως απάντηση και στον πρώην πρωθυπουργό υπενθυμίζοντας πως «συναντήθηκε με τον κ. Ερντογάν και επί διακυβέρνησης του κ. Σαμαρά και με υπουργό τον κ. Βενιζέλο γινόντουσαν και διερευνητικές επαφές». .
Όσον αφορά το μεταναστευτικό ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε πως η Ελλάδα από το 2019 υπερασπίζεται μία αυστηρή αλλά δίκαιη μεταναστευτική πολιτική, δίνοντας έμφαση στην προστασία των συνόρων της ΕΕ, ενώ τόνισε πως η χώρα μας αντιμετώπισε πρώτη τα προβλήματα της εργαλειοποίησης που αντιμετωπίζει σήμερα η Πολωνία.
Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, η Ευρώπη έχει πάρει μία απόφαση ότι δεν είναι δυνατόν να καθορίζουν οι διακινητές ποιος θα εισέρχεται στην ΕΕ. Πρόσθεσε ότι αυτό που ερχόμαστε να συμπληρώσουμε ως επόμενο βήμα, είναι ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο για τις επιστροφές και δόθηκαν οδηγίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να επεξεργαστεί γρήγορα νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία γύρω από τα ζητήματα των επιστροφών.
«Άρα θεωρώ ότι η Ευρώπη, με αργά αλλά σταθερά βήματα, κινείται προς την σωστή κατεύθυνση που εξυπηρετεί σίγουρα και τις ελληνικές θέσεις», υπογράμμισε.
Αναφορικά με το μοντέλο της Ιταλίας με την δημιουργία κέντρων φιλοξενίας στην Αλβανία, επισήμανε ότι είναι μία καινούργια και ενδιαφέρουσα λύση. Όπως είπε, ο ίδιος “δεν την απέρριψε σε καμία περίπτωση για τις περιπτώσεις των μεταναστών που συλλέγονται σε διεθνή ύδατα- η Ελλάδα κατά τεκμήριο δεν έχει τέτοιου είδους ζητήματα, ανέφερε- και των οποίων οι αιτήσεις ασύλου θα τύχουν επεξεργασίας, με βάση το ιταλικό δίκαιο, στην Αλβανία”. Πρόσθεσε ωστόσο ότι «αυτό είναι μία διμερής συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Αλβανίας και όχι μια απόφαση που σε αυτό το επίπεδο, έχει ευρωπαϊκή διάσταση».
Όπως δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης, αυτό που έχει αξία είναι ότι στην επιστολή της Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν για τις επιστροφές υπάρχει μία φράση ότι «θα εξετάσουμε και καινοτόμες λύσεις». “Και μέσα στις καινοτόμες λύσεις που μπορούν να εξεταστούν είναι και αυτή η ιδέα των κέντρων εκτός ΕΕ στα οποία θα αποστέλλονται μετανάστες, των οποίων οι αιτήσεις ασύλου θα απορρίπτονται, εάν αυτοί δεν μπορούν να επιστραφούν κατευθείαν στις χώρες προέλευσής τους”, σημείωσε.
«Αυτή είναι ακόμα μία ιδέα, δεν έχει τύχει ακόμη επεξεργασίας. Επί της αρχής την βρίσκω θετική και όταν δούμε τις συγκεκριμένες προτάσεις της ΕΕ θα μπορούμε να τοποθετηθούμε», συμπλήρωσε.
Όσον αφορά την συνεργασία με την Τουρκία ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι έχει βελτιωθεί, αλλά αυτό αφορά στην επιχειρησιακή διάσταση και στην καλύτερη συνεργασία μεταξύ των κρατικών αρχών.
Υπογράμμισε όμως ότι επιστροφές στην Τουρκία δεν γίνονται και θα πρέπει να γίνουν και πρόσθεσε ότι αυτό είναι ένα ζήτημα που μας απασχολεί, το θίγουμε στην Τουρκία και πρέπει να επιμείνουμε.
«Η Ελλάδα κάνει επιστροφές, αλλά είναι μία δύσκολη διαδικασία συνολικά όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά για την ΕΕ. Στατιστικά μόνο ένας στους πέντε από αυτούς που πρέπει να επιστρέψουν στις χώρες προέλευσης, τελικά επιστρέφει και γι’ αυτό έχει τόσο μεγάλη σημασία που η Ευρώπη έρχεται και αναγνωρίζει αυτό το πρόβλημα και λέει ουσιαστικά πως «αν δεν δικαιούσαι να μπεις στην Ευρώπη πρέπει να γυρίσεις», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης.
Όπως είπε, «είναι μία απολύτως σωστή πολιτική την οποία ερχόμαστε να συμπληρώσουμε με συμφωνίες νόμιμης μετανάστευσης, διμερείς, σαν αυτές που κάνει η Ελλάδα, αλλά και εκεί πάλι, τους όρους που θα πρέπει κάποιος οικονομικός μετανάστης. τους καθορίζουμε εμείς και όχι οι διακινητές».
Ερωτηθείς για την ακρίβεια στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και την επιστολή που είχε απευθύνει προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις μεγάλες στρεβλώσεις στη χονδρική αγορά ενέργειας σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ο κ. Μητσοτάκης εκτίμησε ότι «η επιστολή αυτή είχε αποτέλεσμα, διότι πια υπάρχει στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μια παράγραφος η οποία δίνει σαφή εντολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διερευνήσει τις στρεβλώσεις που παρατηρήθηκαν στην αγορά ενέργειας, όχι μόνο στην Ελλάδα, σε όλη τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, για δύο μήνες το περασμένο καλοκαίρι».
«Άρα, το αίτημά μας έγινε δεκτό από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και αναμένουμε άμεσα τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η στρέβλωση», συμπλήρωσε.
Όσον αφορά τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του ΑΕΠ, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «είναι πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός ότι τα τελικά στοιχεία του ΑΕΠ δείχνουν ότι η ανάπτυξη την οποία πέτυχε η κυβέρνησή μας ήταν ακόμα υψηλότερη από αυτή την οποία γνωρίζαμε, όπως τουλάχιστον είχε αποτυπωθεί από τα προηγούμενα στοιχεία», αλλά ξεκαθάρισε ότι «δεν αλλάζει κάτι στην οικονομική μας πολιτική».
«Απλά τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν ότι η ελληνική οικονομία έχει μία ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική, ότι αυτή η αναπτυξιακή δυναμική δεν τροφοδοτείται μόνο από την κατανάλωση, όπως συνέβαινε συχνά στο παρελθόν, αλλά σημαντικό ρόλο σε αυτή τη δυναμική παίζουν και οι επενδύσεις», ανέφερε χαρακτηριστικά.
ΑΘΗΝΑ 984