Στη χθεσινή επιτροπή Τύπου που παραχώρησε η αντιπροσωπεία της επιτροπής PEGA του Ευρωκοινοβουλίου, αντίθετα με όσα παρουσιάστηκαν στα περισσότερα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης, οι ευρωβουλευτές που ερευνούν το σκάνδαλο των υποκλοπών τοποθετήθηκαν με ιδιαίτερα επιβαρυντικά λόγια για την ελληνική κυβέρνηση.
Η επιτροπή, η οποία έχει ζητήσει και την παρέμβαση της Europol για τα θέματα των υποκλοπών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, βρέθηκε τις προηγούμενες ημέρες στην Κύπρο και την Ελλάδα και λίγο πριν την αναχώρησή της από την Αθήνα, ο πρόεδρος και η εισηγήτριά της, μίλησαν για τα όσα αποκόμισαν στα ραντεβού τους με κυβερνητικούς παράγοντες, θύματα παρακολουθήσεων, δημοσιογράφους και ανθρώπους της κοινωνίας των πολιτών.
Ο πρόεδρος της επιτροπής PEGA, Γερούν Λέναρς, είναι Ολλανδός και ανήκει στο Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, στην ευρωομάδα δηλαδή που ανήκει και το κόμμα της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Στις δηλώσεις του, ξεκαθάρισε πως :«Η εθνική ασφάλεια θα πρέπει να πηγαίνει χέρι-χέρι με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα».
Τόνισε πως μια σειρά ερωτημάτων δεν έχουν απαντηθεί ακόμη από την κυβέρνηση: «Εκτιμούμε το γεγονός πως στελέχη της κυβέρνησης μας συνάντησαν και μοιράστηκαν σημαντικές πληροφορίες. Μάθαμε αρκετά αλλά νιώθουμε πως πολλές από τις ερωτήσεις μας μένουν αναπάντητες μέχρι σήμερα. Στις συναντήσεις μας, μάθαμε περισσότερα για τις υποθέσεις όπως του Θανάση Κουκάκη και τη χρήση του λογισμικού παρακολούθησης», συμπλήρωσε.
Ο πρόεδρος της επιτροπής άσκησε δριμεία κριτική στην Εξεταστική της Βουλής και την πρακτική της κυβερνητικής πλειοψηφίας, η οποία απέκλεισε τους περισσότερους από τους προτεινόμενους μάρτυρες για το σκάνδαλο των υποκλοπών: «Διαπιστώσαμε πως η Εξεταστική κατέληξε σε μερικά μόνο συμπεράσματα και δεν άκουσε όλους τους σχετιζόμενους με την υπόθεση. Εκπλαγήκαμε όταν μάθαμε πως τα κόμματα εδώ εξέδωσαν ξεχωριστά πορίσματα αντί για ένα ενιαίο».
Στη συνέχεια υπέδειξε στις κυβερνήσεις της Κύπρου και της Ελλάδας θεμελιώδεις δημοκρατικές αξίες, προτρέποντάς τις να ενσωματώσουν τις ευρωπαϊκές νομοθεσίες: «Οι πολίτες της Ελλάδας και της Κύπρου δικαιούνται να απολαμβάνουν την εφαρμογή των ευρωπαϊκών νομοθεσιών που προστατεύουν τα δικαιώματά τους και τις ελευθερίες τους. Οι μηχανισμοί κατά της διαφθοράς, οι νόμοι κατά του ξεπλύματος χρήματος και η προστασία των προσωπικών τους δεδομένων πρέπει να ενσωματωθούν και αυτό είναι σημαντικό για τις χώρες αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση της Ελλάδας μας ενημέρωσε για την πρόθεσή της να απαγορεύσει τη χρήση λογισμικού παρακολούθησης από ιδιώτες. Η κυβέρνηση θα πρέπει να διασφαλίσει την εφαρμογή του νόμου με δημοκρατικό τρόπο και οι πολίτες θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στα κατάλληλα ένδικα μέσα», τόνισε ο Γερούν Λέναρς.
Πυρά κατά του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης
Από την πλευρά της, η Ολλανδή εισηγήτρια της επιτροπής PEGA, Σόφι Ιντβελντ, στάθηκε αρκετές φορές στην απροθυμία της κυβέρνησης να μοιραστεί με την επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου κρίσιμες πληροφορίες για την υπόθεση, με την επίκληση του απορρήτου. «Το ερώτημα είναι: Βρήκαμε ποιος χρησιμοποιεί το Predator στην Ελλαδα; Όχι. Και δεν θα γίνει αυτό όσο οι αρχές δεν μοιράζονται κρίσιμες πληροφορίες. Το Predator χρησιμοποιήθηκε στην Ελλάδα ενάντια σε πολιτικούς και δημοσιογράφους. Κάποιοι παρακολουθήθηκαν και επίσημα από την ΕΥΠ. Υπάρχουν δύο σενάρια. Το ένα λέει πως ήταν η INTELLEXA από μόνη της, για οποιονδήποτε λόγο. Το άλλο είναι πως έγινε από την κυβέρνηση ή κυβερνητικούς κύκλους».
Η εισηγήτρια επιχείρησε να αναλύσει το ποιοι ήταν οι στόχοι και ποιος θα είχε κίνητρο να τους παρακολουθήσει: «Για να δούμε ποιος το χρησιμοποίησε πρέπει να δούμε τους στόχους. Ποιος τους διάλεξε και γιατί. Ποιος είχε το κίνητρο, τα μέσα και την δυνατότητα να το κάνει; Παρακολουθήθηκαν οι δημοσιογράφοι Θανάσης Κουκάκης, Τάσος Τέλλογλου, Σταύρος Μαλιχούδης και ο ευρωβουλευτής και τότε υποψήφιος προεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος ήταν ο μόνος υποψήφιος που είχε πει ρητά πως δεν θα συνεργαστεί με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Στη συνέχεια είχαμε την αποκάλυψη της παρακολούθησης του πρώην υπουργού Χρήστου Σπιρτζη που βρίσκεται σε όλες τις κρίσιμες συναντήσεις με τον Αλέξη Τσίπρα. Για να παραφράσω τον τίτλο μιας ταινίας, κοιταζοντας τους στόχους εδώ βλέπουμε «Τέσσερις απειλές και μια ευκαιρία» για την κυβερνητική παράταξη».
Στη συνέχεια έκανε αναφορά στο ποιοι μπορεί να επωφελούνται από το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, κάνοντας αναφορές στους επιχειρηματίες Γιάννη Λαβράνο και Φέλιξ Μπίτζιο, τον παραιτηθέντα διευθυντή του γραφείο του πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη και τον Ανδρέα Λοβέρδο: «Ποιος επωφελείται; Ακούσαμε για τους κ. κ. Δημητριάδη, Μπίτζιο και Λαβράνο που έχουν όλοι τους επιχειρηματικές και προσωπικές σχέσεις μεταξύ τους. Ακούσαμε για τον κ. Κοντολέων, τον πρώην επικεφαλής της ΕΥΠ. Οι κύριοι Μπίτζιος και Λαβράνος επωφελήθηκαν από έναν νέο νόμο το 2019 όπου απελευθερώθηκαν δεσμευμένα περιουσιακά τους στοιχεία. Ο κ. Μπίτζιος ήταν μέχρι πρόσφατα μάνατζερ και συνιδιοκτήτης της INTELLEXA, κοντά στον Ταλ Ντίλιαν και τον Πολωνό Πέλκζαρ Στάνισλαβ, διαχειριστή της KRIKEL. Και οι τρεις τους είναι συνδεδεμένοι με τη Μάλτα. Επίσης, ο κ. Δημητριάδης αναφέρεται πως ήταν πολύ κοντά με τον Ανδρέα Λοβέρδο, συνυποψήφιο στις εσωκομματικές εκλογές του ΠΑΣΟΚ και μέλος της πρώην συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ».
Τέλος, έκανε μια αναδρομή στον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει χειριστεί τους θεσμούς: «Το 2019 η ΕΥΠ πέρασε στον έλεγχο του γραφείου του κ. Μητσοτάκη, με τον κ. Δημητριάδη να είναι διευθυντής του γραφείου του πρωθυπουργού. Ο κ. Κοντολέων προσλήφθηκε με τη νέα κυβέρνηση. Υπήρξε επίσης νέος επικεφαλής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας. Επίσης η κυβέρνηση άλλαξε τον νόμο που υπαγόρευε δύο υπογραφές εισαγγελέων για να γίνει μια παρακολούθηση. Αυτό σημαίνει πως μέχρι πρόσφατα, υπήρχε μια εισαγγελέας που ήταν αρμόδια να εγκρίνει περίπου 60 αιτήματα την ημέρα, χωρίς να ξέρει ποιος ήταν ο στόχος, ή ποιοι ήταν οι λόγοι για την παρακολούθηση. Όταν η ΑΔΑΕ είπε πως ο κ. Κουκάκης είχε δικαίωμα να μάθει τους λόγους της παρακολούθησής του, η κυβέρνηση κατήργησε το δικαίωμα των στόχων να ενημερώνονται για την παρακολούθησή τους, πολύ πιο γρήγορα απ’όσο μπορώ να πω εγώ στα ελληνικά τη φράση «κρατική ασφάλεια». Η εθνική ασφάλεια, σύμφωνα με τις αρχές προκάλεσε την παρακολούθηση των Κουκάκη και Ανδρουλάκη. Δημιουργήθηκε μια εξεταστική επιτροπή αλλά η κυβερνητική πλειοψηφία μπλόκαρε τις καταθέσεις των Δημητριάδη, Μπίτζιου, Λαβράνου. Οι οποίοι επίσης δεν απάντησαν ούτε στην πρόσκληση της PEGA για να τους συναντήσουμε. Οι φακελοι της ΕΥΠ για Κουκάκη και Ανδρουλάκη έχουν τελείως τυχαία καταστραφεί. Υπήρξε μια έρευνα από την Εθνική Αρχή Διαφάνειας αλλά αυτό έγινε δύο μήνες μετά τις διαμαρτυρίες του Θανάση Κουκάκη και αυτό που έκαναν ήταν να επισκεφθούν τα γραφεία της KRIKEL και της INTELLEXA μια φορά, δεν ερεύνησαν τους servers, τους υπολογιστές κλπ. Θα την αποκαλούσα μια πολύ επιπόλαιη έρευνα».
Κλείνοντας, επεσήμανε πως ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης και η Βουλή, θα μπορούσαν να έχουν βοηθήσει την έρευνα με το να άρουν το απόρρητο για τα κρίσιμα στοιχεία που λείπουν από το παζλ: «Απ’ όσο γνωρίζω η χρήση λογισμικού παρακολούθησης είναι παράνομη. Προσκαλούμε τις αρχές να κάνουν ενδελεχή έρευνα αλλά δεν βλέπουμε να γίνεται. Οι πιο σημαντικές πληροφορίες έχουν χαρακτηριστεί ως απόρρητες. Ο πρωθυπουργός και η Βουλή θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις δυνάμεις τους για να τις αποχαρακτηρίσουν. Ξέρω επίσης πως οι δημοσιογράφοι που έχουν γράψει για το θέμα έπεσαν θύματα SLAPP από τον κ. Δημητριάδη. Λείπουν εκατοντάδες κομμάτια και αυτό δεν είναι καλό. Όλα δείχνουν στην κατεύθυνση ανθρώπων εντός της κυβέρνησης. Σε κάθε περίπτωση τον κ. Δημητριάδη και τους συνεργάτες τους. Αν κάποιοι εκτιμούν πως αυτό είναι ένα λάθος συμπέρασμα, προσκαλώ την κυβέρνηση να μοιραστεί μαζί μας τις κρίσιμες πληροφορίες για να μας αποδείξουν πως είναι λάθος. Το θέμα πρέπει άμεσα να διαλευκανθεί πριν τις εκλογές του 2023. Οι εκλογές στην Ελλάδα είναι επίσης ευρωπαϊκές εκλογές».
Παρέμβαση Βόζενμπεργκ στο τέλος της συνέντευξης Τύπου
Αφού ολοκληρώθηκε η συνέντευξη Τύπου της αντιπροσωπείας και ενώ ο πρόεδρος και η εισηγήτρια είχαν σηκωθεί από το τραπέζι, τον λόγο ζήτησε να πάρει η ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Ελίζα Βόζενμπεργκ, επίσης μέλος της PEGA. Η κ. Βόζενμπεργκ ζήτησε να κάνει τη δική της τοποθέτηση, η οποία πόρρω απείχε από τις τοποθετήσεις του Γερούν Λέναρς και της Σόφι Ιντβλεντ: «Επισκεφθήκαμε επί τέσσερις ημέρες την Κύπρο και την Ελλάδα. Τόσο η κυπριακή κυβέρνηση όσο και η ελληνική απάντησαν σε όλα τα ερωτήματα. Συνεργάστηκαν με την επιτροπή μας. Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε σύνδεση του παράνομου λογισμικού με την ελληνική κυβέρνηση και με τις νόμιμες επισυνδέσεις. Ο πρόεδρος της Εξεταστικής επιτροπής, μέλη της αντιπολίτευσης,ο υπουργός κ. Γεραπετρίτης και ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, απάντησαν σε όλες τις ερωτήσεις που έθεσαν τα μέλη της επιτροπής. Η εντύπωση που αποκόμισε η επιτροπή είναι πως υπάρχουν κενά σημεία στη νομοθεσία για τα οποία από την πρώτη στιγμή πήρε πρωτοβουλία η κυβέρνηση. Επαναλαμβάνω ότι οι εκτιμήσεις μιας σοβαρής επιτροπής, δεν μπορεί να στηρίζονται σε υποθέσεις και αυθαίρετα συμπεράσματα, παρά μόνο σε αποδείξεις. Αποδείξεις δεν υπήρξαν. Όσον αφορά το απόρρητο, ισχύει για την κατοχύρωση της ασφαλείας και όπου χρειάζεται βελτιώσεις, η κυβέρνηση έχει δηλώσει πως θα προβεί σε τέτοιες».